Δευτέρα 3 Ιουνίου 2013

Ἄν πεθάνεις πρίν πεθάνεις …

keri prwtὉ θάνατος, ὡς τέλος τῆς ἐπίγειας ζωῆς μας, σηματοδοτεῖ τήν μετάβασή μας ἀπό τά πρόσκαιρα              στά αἰώνια.
Οἱ χριστιανοί τόν ὀνομάζουμε κοίμηση, διότι εἶναι «ὕπνος μακρότερος τοῦ συνήθους».
Ἀξιοπρόσεκτη εἶναι ἡ παράδοση τῆς Ἐκκλησίας μας νά τιμᾶ καί νά πανηγυρίζει τήν ἡμέρα τῆς ἐκδημίας τῶν Ἁγίων της, ἡ ὁποία συνήθως ὑπῆρξε φρικτή καί μαρτυρική!
Στολίζουν τήν Ἐκκλησία τά αἵματα τῶν μαρτύρων της.
Καυχᾶται ὁ λαός τοῦ Θεοῦ γιά τόν θάνατο τῶν Ἁγίων, ὁ ὁποῖος ἔγινε «κατάκριμα τοῦ θανάτου» καί ἀφορμή χαρᾶς.
«Ὁ Ἀδὰμ δὲν ἐπλάσθη φύσει θνητός», σημειώνει ὁ μακαριστός π. Ἐπιφάνιος Θεοδωρόπουλος.
Παράδοξο, πράγματι, τό φαινόμενο τοῦ θανάτου!
Ἀμέτρητοι, ὅμως, θάνατοι συμβαίνουν καθημερινῶς… Θάνατοι ἀπό γηρατειά, ἀνίατες ἀσθένειες καί χρόνιες παθήσεις, ἀπό βλαβερές καί ἐξαρτησιογόνες οὐσίες, θάνατοι στήν ἄσφαλτο, στήν θάλασσα καί στόν ἀέρα, θάνατοι ἀπό πολεμικές συγκρούσεις καί ἐγκληματικές ἐνέργειες· θάνατοι ἐμβρύων, βρεφῶν καί νέων ἀνθρώπων· ἄδικοι θάνατοι δικαίων, ἀθώων καί ἀμάχων.
Ὁδηγεῖ σέ ἀδιέξοδο ἡ ἀπόπειρα ἑρμηνείας τῶν παραπάνω μέ κριτήρια κοσμικά. Ὁ θάνατος, ἡ ἀσθένεια, ἡ φθορά καί οἱ ποικίλες δοκιμασίες τῆς ζωῆς δέν ἑρμηνεύονται χωρίς τήν προοπτική τῆς ἀθανασίας, χωρίς τήν παραδοχή τῆς μετά θάνατον ζωῆς.
Πολλοί ἔφθασαν στόν σκανδαλισμό καί στήν θεομαχία, μή δυνάμενοι νά συμβιβάσουν τήν ἀγαθότητα τοῦ Θεοῦ μέ τήν ἀδυναμία τοῦ ἀνθρώπου ἀπέναντι στόν θάνατο· τήν πρόνοια τοῦ Πλαστουργοῦ μέ τά πολλά καί μεγάλα παθήματα τοῦ πλάσματός Του.
Ὁ χριστιανός, ἀδελφοί μου, ἔχει κληθεῖ νά ζήσει στήν γῆ ὡς «πάροικος» καί «παρεπίδημος», γι’ αὐτό δέν προσκολλᾶται στά ἐπίγεια, ἀλλά φρονεῖ «τὰ ἄνω» καί προσηλώνει τό βλέμμα του στά αἰώνια καί ἀμετάθετα.
Τιμᾶ καί ἀπολαμβάνει τό δῶρο τῆς ζωῆς, ἀλλά συναισθάνεται ὅτι ἡ παρουσία του στήν «κοιλάδα τοῦ κλαυθμῶνος» εἶναι μία σύντομη διάβαση· «οὐ γὰρ ἔχομεν ὧδε μένουσαν πόλιν, ἀλλὰ τὴν μέλλουσαν ἐπιζητοῦμεν» (Ἑβρ. 13, 14), διδάσκει ὁ Ἀπόστολος Παῦλος. Ὁ χριστιανός «προσδοκᾷ ἀνάστασιν νεκρῶν».
«Ἄν πεθάνεις πρίν πεθάνεις, δέν θά πεθάνεις ὅταν πεθάνεις», διδάσκει ἡ ἁγιορείτικη σοφία.
Ὅποιος μέ τήν βοήθεια τοῦ Θεοῦ νεκρωθεῖ ὡς πρός τά ἁμαρτωλά πάθη καί ἑνωθεῖ μέ τόν Χριστό, «θάνατον οὐ μὴ θεωρήσῃ εἰς τὸν αἰῶνα» (Ἰωάν. 8, 51).
«Ἀγωνίσου νά γίνεις ἀθάνατος ἀπό τώρα, πεθαίνοντας ἐδῶ στήν γῆ γιά τόν κακό ἑαυτό σου», εἶπε κάποτε σέ πνευματικό του τέκνο ὁ μακαριστός π. Πορφύριος.
Ἡ ὑπέρβαση τοῦ θανάτου ἀποτελεῖ βίωμα τοῦ πιστοῦ χριστιανοῦ, ἔγκειται δέ στήν ἀπέκδυση τοῦ παλαιοῦ ἀνθρώπου καί στήν ἔνδυση τοῦ καινοῦ, «τοῦ κατὰ Θεὸν κτισθέντος».
Ἡ ἕνωσή μας μέ τόν Χριστό, ὁ ὁποῖος εἶναι «ἡ ζωὴ ἡμῶν» (Κολασ. 3, 4), μᾶς ἐξασφαλίζει αἰώνια ζωή.
«Ὁ τρώγων μου τὴν σάρκα καὶ πίνων μου τὸ αἷμα ἔχει ζωὴν αἰώνιον» (Ἰωάν. 6, 54), διδάσκει ὁ Κύριος.
Ἄς προσέξουμε ὅτι χρησιμοποιεῖ χρόνο ἐνεστῶτα. Ὁ χριστιανός ἀπολαμβάνει μέρος τῆς χαρᾶς τοῦ Παραδείσου ἀπό τήν ἐπίγεια ἤδη ζωή του.
Οἱ συνεπέστεροι ἀκόλουθοι τοῦ Θεανθρώπου, οἱ Ἅγιοί μας, ἐγκωμιάζονται ἀπό τήν Ἐκκλησία ὡς «ἐπίγειοι ἄγγελοι» καί «οὐράνιοι ἄνθρωποι».

Εἴθε, ἀδελφοί μου εὐλογημένοι, νά ἀγαπήσουμε τήν μυστηριακή ζωή τῆς Ἐκκλησίας μας καί τήν ἐργασία τῶν ἁγίων ἀρετῶν, ὥστε νά ἀναδειχθοῦμε νικητές τοῦ θανάτου ἀπό τήν γῆ καί νά ἀξιωθοῦμε τῆς χαρᾶς τοῦ Οὐρανοῦ. Ἀμήν.