Τετάρτη 31 Ιουλίου 2013

Ο ΡΟΛΟΣ ΤΗΣ ΠΑΝΑΓΙΑΣ ΣΤΟ ΣΧΕΔΙΟ ΤΗΣ ΣΩΤΗΡΙΑΣ ΤΟΥ ΚΟΣΜΟΥ

15Κάθε φορά που οι χριστιανοί προσεύχονται στην Παναγία, στην πραγματικότητα απευθύνουν τις προσευχές τους στον ίδιο τον Θεό. Αποδίδοντας κανείς τιμές στην Παναγία, δηλώνει ότι αποδέχεται το σχέδιο του Θεού για τη σωτηρία του κόσμου, δηλώνει ότι δέχεται να γίνει και αυτός όργανό του, ώστε να απαλλαγεί ο κόσμος από το κακό που τον καταδυναστεύει με χίλιες μορφές.

Ασφαλώς είναι ο Θεός εκείνος που σώζει, η επίκληση όμως «Ὑπεραγία Θεοτόκε, σῶσον ἡμᾶς» ισοδυναμεί με διακήρυξη της πίστης πως η σωτηρία του κόσμου δεν μπορεί ποτέ να επιτευχθεί χωρίς τη συνεργασία των ανθρώπων. Γι’ αυτό οι χριστιανοί τιμούν την Παναγία. Γιατί εκπροσωπεί την ανθρώπινη, συμβολή στο σχέδιο του Θεού για τη σωτηρία του κόσμου. Η παρέμβαση του Θεού στην Ιστορία έσωσε τον κόσμο, αυτό όμως δεν έγινε μόνο με τη δύναμη του Θεού, αλλά και με τη συνεργασία των ανθρώπων στο πρόσωπο της Μαρίας.

Τοποθετώντας, λοιπόν, η παράδοση της Εκκλησίας τη γιορτή της Κοίμησης της Θεοτόκου στο τέλος του λειτουργικού έτους, υπενθυμίζει σε όλους την αναγκαιότητα της συνεργασίας με τον Θεό για τη σωτηρία του κόσμου, ώστε: «κάθε γλώσσα να ομολογήσει ότι Κύριος είναι ο Ιησούς Χριστός» (Φιλ 2:11). Αυτός, άλλωστε, είναι ο στόχος κάθε τιμητικής εκδήλωσης προς το πρόσωπο της Θεοτόκου Μαρίας.

Το βεβαιώνει ο ίδιος ο Ιησούς μέσα από την ευαγγελική περικοπή που διαβάζεται στις συνάξεις προς τιμήν της Παναγίας· όταν κάποια γυναίκα μέσα στον ενθουσιασμό της του φώναξε: «Χαρά στη μάνα που σε γέννησε και που σε θήλασε!», εκείνος της αποκρίθηκε: «Πιο πολύ χαρά σ' εκείνους που ακούν τον λόγο του Θεού και που τον εφαρμόζουν!» (Λουκ.11:27-28)

Παρασκευή 26 Ιουλίου 2013

Απελπισία και Αμέλεια

Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος


Στη ζωή του χριστιανού η απελπισία και η αμέλεια είναι καταστροφικές. Εκείνον που έπεσε σε αμάρτημα, η απελπισία δεν τον αφήνει να σηκωθεί∙ κι εκείνον που είναι όρθιος, η αμέλεια τον κάνει να πέσει. 

Η απελπισία στερεί τον άνθρωπο από τ’ αγαθά που έχει αποκτήσει ∙ η αμέλεια δεν τον αφήνει ν’ απαλλαγεί από τα κακά που τον βαραίνουν. Η αμέλεια σε κατεβάζει και απ’ αυτούς τους ουρανούς, ενώ η απελπισία σε γκρεμίζει ολότελα στην άβυσσο της κακίας. Κοίτα να δεις τη δύναμη που έχουν και οι δύο.

Ο διάβολος πρώτα ήταν αγαθός άγγελος∙ επειδή, όμως, έδειξε αμέλεια και κυριεύθηκε από απόγνωση, έπεσε σε τόση κακία, που δεν μπορεί πια να σηκωθεί. Το ότι ήταν αγαθός πρώτα, το βεβαιώνει ο Κύριος, που λέει: «Είδα το σατανά να πέφτει από τον ουρανό σαν αστραπή» (Λουκ. 10:18 ). Η παρομοίωσή του με την αστραπή φανερώνει και τη λαμπρότητα της προηγούμενης καταστάσεώς του και τη σφοδρότητα της πτώσης του.

Ο Παύλος ήταν βλάσφημος και διώκτης και υβριστής∙ επειδή, όμως, δεν κυριεύθηκε από απόγνωση και σηκώθηκε από την αμαρτία, έγινε ίσος με τους αγγέλους. Ο Ιούδας ήταν απόστολος∙ επειδή, όμως, έδειξε αμέλεια, έγινε προδότης. Ο ληστής, ύστερ’ από τόσα κακουργήματα που έκανε, δεν απελπίστηκε∙ έτσι μπήκε πρώτος απ’ όλους στον παράδεισο. Ο Φαρισαίος, επειδή υπερηφανεύθηκε, έπεσε από τα ύψη της αρετής∙ και ο τελώνης, επειδή δεν απελπίστηκε, ανέβηκε τόσο ψηλά, ώστε ξεπέρασε την αρετή του Φαρισαίου.

Θέλεις να σου δείξω και πόλη ολόκληρη που έκανε το ίδιο; Η πόλη των Νινευϊτών μ’ αυτόν τον τρόπο σώθηκε, μολονότι η απόφαση του Θεού τους οδηγούσε σε απόγνωση∙ γιατί δεν είπε πως, αν μετανοήσουν, θα σωθούν, αλλά : «Τρεις μέρες ακόμα και η Νινευή θα καταστραφεί» (Ιων.3:4 ) . Όμως, αν και απειλούσε ο Θεός, αν και φώναζε ο προφήτης Ιωνάς, αν και η απόφαση δεν είχε αναβολή ή περιορισμό, οι Νινευΐτες δεν έχασαν τον θάρρος και την ελπίδα τους. Και γιατί δεν έβαλε κανέναν όρο; Γιατί δεν είπε: «Αν μετανοήσουν, θα σωθούν»; Για να παραδειγματιστούμε εμείς και, όταν ακούμε καταδικαστική απόφαση του Θεού χωρίς όρο κι περιορισμό, ούτε τότε ν’ απελπιζόμαστε, αλλά να μετανοούμε.

Αυτά, λοιπόν, έχοντας υπόψη μας, ποτέ να μην απελπιζόμαστε. Κανένα όπλο δεν είναι τόσο αποτελεσματικό στα χέρια του διαβόλου όσο η απόγνωση. Γι’ αυτό και δεν του προξενούμε τόση ευχαρίστηση όταν αμαρτάνουμε, όση όταν απελπιζόμαστε…

… Γνωρίζοντας λοιπόν, πως ο ουράνιος Πατέρας μας , ο Καλός Ποιμένας, όχι μόνο δεν μας περιφρονεί, όταν επιστρέφουμε σ’ Αυτόν, αλλά και με μεγαλύτερη προθυμία και στοργή μας δέχεται απ’ ό,τι εκείνους που κατόρθωσαν την αρετή, γνωρίζοντας πως όχι μόνο δεν τιμωρεί τους πλανεμένους, αλλά και βγαίνει σε αναζήτησή τους και χαίρεται περισσότερο γι’ αυτούς, όταν τους βρει, παρά για όσους έχει κοντά Του, ούτε ν’ απελπιζόμαστε πρέπει, όταν βρισκόμαστε στην αμαρτία, ούτε όμως και να ξεθαρρεύουμε όταν κάνουμε το καλό∙ αλλά, και όταν αμαρτάνουμε, να μετανοούμε, και όταν ασκούμε την αρετή, να προσέχουμε μην πέσουμε. Γιατί προδοσία της σωτηρίας μας είναι και τα δυο τούτα, δηλαδή τόσο το να ξεθαρρεύουμε, όταν βρισκόμαστε στο δρόμο της αρετής, όσο και το ν’ απελπιζόμαστε, όταν πέφτουμε στην αμαρτία…

… «Σήμερα», λοιπόν, όσο δηλαδή διαρκεί η παρούσα ζωή, ας μην απελπιζόμαστε. Στηρίζοντας τις ελπίδες μας στον Κύριο και αναγνωρίζοντας την άπειρη φιλανθρωπία Του, ας πετάξουμε πρόθυμοι μακριά μας κάθε κακία, ας πιαστούμε από την αρετή, ας δείξουμε απέραστη μετάνοια, ας καθαριστούμε εδώ απ’ όλα τ’ αμαρτήματά μας, για να μπορέσουμε με παρρησία να σταθούμε στο φοβερό βήμα του Χριστού και να μπούμε στη βασιλεία των ουρανών, με τη χάρη του Θεού μας.


Πέμπτη 25 Ιουλίου 2013

ΘΑΥΜΑ ΝΑ ΔΕΙ ΕΝΑΣ ΑΠΙΣΤΟΣ, Η ΥΠΕΡΕΙΦΑΝΕΙΑ ΔΕΝ ΤΟΝ ΑΦΗΝΕΙ ΝΑ ΠΙΣΤΕΨΕΙ...



Του Φώτη Κόντογλου.

Αθεΐα! Τίτλος μεγάλος και καύχημα για τον σημερινόν άνθρωπο. Όποιος τον αποχτήσει (και για να τον αποχτήσει, φτάνει να χειροτονηθεί μοναχός του άπιστος), γίνεται παρευθύς στα μάτια των άλλων σοφός, κι' ας είναι αμόρφωτος, σοβαρός, κι' ας είναι γελοίος, επίσημος κι' ας είναι αλογάριαστος, υπεράξιος κι' ας είναι ανάξιος, επιστήμονας κι' ας είναι κουφιοκέφαλος.

Δεν μιλώ για τον άνθρωπο που έχει πόθο να πιστέψει, μα δεν μπορεί, με όλο που κατά βάθος πάντα η αιτία της απιστίας είναι η περηφάνεια, αυτή η οχιά, που κρύβεται τόσο επιτήδεια μέσα στον άνθρωπο, που δεν μπορεί να την καταλάβει. Όπως και νάναι, οι άνθρωποι που αγωνίζουνται και πολεμάνε με τον άπιστο εαυτό τους, έχουνε όλη τη συμπόνεσή μας.

Γι' αυτούς παρακαλούμε, όσοι πιστεύουμε, να τους βοηθήσει ο Θεός να πιστέψουνε, όπως έκανε σε κείνον τον πατέρα που είχε άρρωστο το παιδί του, και παρεκάλεσε τον Χριστό να το γιατρέψει. Και Κείνος του είπε: «Αν μπορείς να πιστέψεις, όλα είναι δυνατά σε κείνον που πιστεύει». Και τότε ο πατέρας του παιδιού έκραξε με δάκρυα: «Πιστεύω, Κύριε. Βοήθει μου τη απιστία», δηλαδή «έχω πόθο να πιστέψω, κι' εσύ, Κύριε, δυνάμωσέ τον».

Οι άπιστοι, για τους οποίους μιλούμε, δεν είναι τέτοιοι.

Όχι μονάχα δεν κλάψανε ποτέ, για να ανοίξουνε με τον πόνο και με τη συντριβή την κλεισμένη πόρτα, την πόρτα της μετανοίας, όπως έκανε εκείνος ο δυστυχισμένος πατέρας που γράφει το Ευαγγέλιο, αλλά μήτε συγκινηθήκανε ποτέ τους, μήτε αισθανθήκανε καμμιά πίκρα για την απιστία τους, μήτε νοιώσανε πως έχουνε γι' αυτό καμμιά ευθύνη, κανένα φταίξιμο.

Όλο το φταίξιμο είναι του Θεού, που δεν φανερώνεται μπροστά τους να τους πει: «Ελάτε, ψηλαφήσετέ με, πιάστε με, μιλείστε μαζί μου όπως μιλάτε μεταξύ σας, αναλύσετέ με μέ τη χημεία σας, κομματιάστε με μέ το μαχαίρι της ανατομίας σας, ζυγίστε με, μετρείστε με, ικανοποιήσετε τις άπιστες αισθήσεις σας, χορτάσετε τ' αχόρταγο λογικό σας!».

Αυτοί οι αυτοτιτλοφορούμενοι άπιστοι, σε καιρό που επιδείχνουνε την εξυπνάδα τους, φουσκωμένοι από τον κούφιον αγέρα της περηφάνειας κι' από την πονηρή ευστροφία του μυαλού τους, δεν είναι σε θέση οι δύστυχοι, να νοιώσουνε πόσο ανόητοι και στενόψυχοι φαίνουνται σε κείνους που πιστεύουνε. Γιατί, για να πιστέψουνε, ζητάνε κάποιες αποδείξεις που κάνουνε τον πιστό να τους ελεεινολογεί για την περιορισμένη αντίληψη που έχουνε για το πνεύμα και για τα πνευματικά ζητήματα.

Ο πιστός ξέρει πολύ καλά ως που μπορούνε να φτάξουνε οι διαλογισμοί του άπιστου, γιατί, κι' αυτός, σαν άνθρωπος, τους έχει εκείνους τους λογισμούς, τους λογισμούς της σάρκας, τους λογισμούς τούτου του κόσμου. Ενώ ο άπιστος είναι ανύποπτος για όσα έχει μέσα του ο πιστός, και για ό,τι βρίσκεται παραπέρα από την πρακτική γνώση του, δηλαδή για τα μυστήρια που είναι κρυμμένα από τα μάτια του, και που γι' αυτό θαρρεί πως δεν υπάρχουνε.

Κι' από την ανοησία του κορδώνεται, και μιλά με καταφρόνεση για κείνους που είναι σε θέση να νοιώσουνε τη βαθύτερη σύσταση του κόσμου, ενώ αυτός ο δυστυχής είναι τυφλός και κουφός, και θαρρεί πως τα' ακούει όλα και πως τα βλέπει όλα.

Ο πιστός έχει πνευματικά μάτια και πνευματικά αυτιά, καθώς και κάποια «υπέρ αίσθησιν». Ο άπιστος πώς να πάρει είδηση από κείνον τον μυστικόν κόσμο μόνο με τα χονδροειδή μέσα που έχει, δηλαδή με τις σωματικές αισθήσεις; Πώς να πιάσει τα λεπτά κι' αλλόκοτα μηνύματα εκείνου του κόσμου, αφού ο δυστυχής δεν έχει τις κεραίες που χρειάζουνται για να τα πιάσει;

Ο Απόστολος Παύλος γράφει στην Α' προς Κορινθίους επιστολή του, με τον τρόπο που γνωρίζει μονάχα αυτός, για το τι είναι σε θέση να νοιώσει ο πιστός, και τι μπορεί να νοιώσει ο άπιστος: Λαλούμε, λέγει, τη σοφία του Θεού που είναι μέσα σε μυστήριο, και που είναι κρυμμένη, τη σοφία που την προόρισε ο Θεός, πριν από τους αιώνες, για δόξα δική μας, και που δεν τη γνώρισε κανένας από τους άρχοντες τούτου του κόσμου (δηλ. τους σοφούς της κοσμικής σοφίας), και που ξεσκεπάζει αυτά που, κατά τη Γραφή, δεν τα είδε μάτι, και που δεν τ' άκουσε αυτί, και που δεν ανεβήκανε στην καρδιά κανενός ανθρώπου, εκείνα που ετοίμασε ο Θεός για κείνους που τον αγαπούνε. Αλλά σε μας τα φανέρωσε ο Θεός με το Πνεύμα του το άγιο. Επειδή, το άγιο Πνεύμα όλα τα ερευνά, και τα βάθη του Θεού.

Γιατί, ποιος άνθρωπος γνωρίζει το μέσα του ανθρώπου, παρά μονάχα το πνεύμα του ανθρώπου που είναι μέσα στον άνθρωπο; Έτσι και τα μυστήρια του Θεού δεν τα γνωρίζει κανένας παρά μονάχα το Πνεύμα του Θεού.

Κι' εμείς δεν επήραμε το πνεύμα του κόσμου ( δηλ. τη φιλοσοφία και την κοσμική γνώση), αλλά το Πνεύμα του Θεού, για να γνωρίσουμε όσα χάρισε σε μας ο Θεός. Κι' αυτά (τα χαρίσματα) δεν τα εκφράζουμε με τα λόγια που διδάσκεται η ανθρώπινη σοφία, αλλά με λόγια που διδάσκει το άγιο Πνεύμα, μιλώντας σε πνευματικούς ανθρώπους με πνευματικόν τρόπο. Πλην, ο άνθρωπος που έχει την σαρκική γνώση (τον ορθολογισμό), δεν παραδέχεται όσα διδάσκει το Πνεύμα του Θεού, γιατί τα νομίζει για ανοησίες, και δεν είναι σε θέση να καταλάβει πως ανακρίνεται πνευματικά.Ο πνευματικός όμως άνθρωπος, ανακρίνει κάθε άνθρωπο, ενώ αυτός από κανέναν δεν ανακρίνεται».

Η απιστία υπήρχε πάντα. Μα σήμερα, με την αποτρόπαια ματαιοδοξία που μας τρώγει, την επιδείχνουμε σαν να μας δίνει τη μεγαλύτερη αξία. Όποιος έχει πίστη στον Θεό και στην αλήθεια που φανέρωσε, είναι καταφρονεμένος, σαν στενόμυαλος κι' ανόητος, και τραβά πάνω του όλα τα περιγελάσματα.

Λογαριάζεται για ¨βλαμμένος» από τον πολύν κόσμο, μάλιστα από τον κόσμο που ξέρει να τα καταφέρνει στη ζωή, να «πετυχαίνει», να βγάζει λεφτά, να καλοπερνά, να μη δίνει πεντάρα για τίποτα, κατά το ρητό που λέγει: «Φάγωμεν και πίωμεν, αύριον γαρ αποθνήσκομεν». Για τούτο, χρειάζεται να έχει θάρρος και να περιφρονά την εκτίμηση του κόσμου και το υλικό συμφέρον του, όποιος λέγει πως έχει πίστη στον Θεό.

Ενώ εκείνον που καυχιέται πως δεν πιστεύει σε τίποτα, α') Τον έχει ο κόσμος σε μεγάλη υπόληψη και σεβασμό, μάλιστα όσο περισσότερο άπιστος λέγει πως είναι, τόσο περισσότερη είναι η εκτίμηση και ο σεβασμός που φανερώνει ο έξυπνος και σοβαρός κόσμος στο πρόσωπό του.

Ο τέτοιος άνθρωπος είναι συνοφρυωμένος, με λίγα και βαρειά λόγια, αράθυμος κι' απότομος, « θετικός άνθρωπος», « γερό μυαλό». β') Όλα του έρχουνται βολικά, και δεν σκοτίζεται, δεν στενοχωριέται για τίποτα. Δεν έχει ευθύνες και ζαλούρες: Εδώ κάτω, λέγει, είναι η Κόλαση κι' ο Παράδεισος. Η ζωή είναι για να την απολαβαίνουνε οι έξυπνοι. Οι κοιμισμένοι κι' οι αφιονισμένοι ας πεθάνουνε».

Εξ άλλου, δεν υπάρχει πιο εύκολο πράγμα από το να κάνεις τον άπιστο! Πατάς ένα μονάχα κουμπί, κι' όλα σου έρχονται βολικά. Ο διάβολος είπε στον Χριστό: Πέσε, προσκύνησέ με, και θα γίνουνε οι πέτρες ψωμιά, «οι λίθοι άρτοι».

Λέγει λοιπόν ο έξυπνος : «Να κάθεσαι, άνθρωπος με τετρακόσα μυαλά, να χάνεις τον καιρό σου με χαζομάρες, σαν τις γρηές, με θεούς, με κόλαση και με παράδεισο, με καντήλια, με θυμιατά, με δισκοπότηρα, με παπάδες και με καλόγρηες! Και σε ποια εποχή; Στην εποχή μας, που η επιστήμη στέλνει ανθρώπους στους πλανήτες! Ακούς, φίλε μου, βλακεία που έχει αυτός ο κόσμος;».

Αυτά λένε για τους πιστούς οι έξυπνοι και οι τιμημένοι τούτου του κόσμου, και τους χειροκροτούνε οι πολλοί, που τους έχουνε για φρόνιμους σε όλα, επειδή δεν κυνηγάνε ίσκιους, αλλά έχουνε μυαλό γερό, και επιτυχαίνουνε σε ότι καταπιαστούνε.

Ναι! Επιτυχαίνουνε, γιατί, μ' έναν λόγο, η απιστία είναι « η πλατεία πύλη και ευρύχωρος οδός», που δεν πιστεύουνε πως είναι «η απάγουσα εις την απώλειαν», όπως είπε ο Χριστός, αλλά « εις την επί γης ευδαιμονίαν».

Ενώ η πίστη είναι «η στενή πύλη και τεθλιμμένη οδός», που δεν πιστεύουνε πως είναι « η απάγουσα εις την ζωήν», αλλά « εις την επί γης δυστυχίαν και περιφρόνησιν». « Πολλοί εισιν οι εισερχόμενοι διά της πλατείας πύλης» κατά τον λόγο του Κυρίου, « και ολίγοι εισιν οι ευρίσκοντες την στενήν πύλην».

Όλοι οι άπιστοι λένε πως αν βλέπανε ένα θαύμα, θα πιστεύανε. Μα η πίστη δεν έρχεται με τη βία, αλλά με τη συγκατάθεση της ψυχής. Γι' αυτό σε όσους ζητάνε θαύμα για να πιστέψουνε, δεν δίνεται, κατά τον λόγο που είπε ο Χριστός στους Φαρισαίους: « Γενεά πονηρά και μοιχαλίς σημείον επιζητεί και σημείον ου δοθήσεται αυτή».

Αλλά και θαύμα να δει ένας άπιστος, η υπερηφάνεια δεν τον αφήνει να πιστέψει, για να μη φανεί ευκολόπιστος και καταφρονεθεί.

Πριν καιρό έγραψα με συντομία πέντε- έξη άρθρα για τα θαύματα που γίνουνται σ' ένα χωριό της Μυτιλήνης, με τον τίτλο « Φρικτά μυστήρια». Πολλοί αναγνώστες συγκινηθήκανε στο έπακρο, ιδίως οι ταπεινοί κι' αγράμματοι άνθρωποι, «τα μωρά του κόσμου και τα εξουθενημένα». Οι έξυπνοι όμως κι' οι τετραπέρατοι δεν δώσανε σημασία, και κάποιοι απ' αυτούς με περιγελάσανε και μου γράψανε πως λέγω ανοησίες.

Αλλά, «Θεός ου μυκτηρίζεται». Από τότε ως τα σήμερα τα θαύματα δεν πάψανε, κι ολοένα γίνουνται πυκνότερα και τρομαχτικώτερα. Οι άνθρωποι που τα βλέπουνε μου τα γράφουνε με όλα τα καθέκαστα, κι απ' αυτά κάνω ένα βιβλίο που θα είναι σαν πυρωμένο σίδερο για τις άπιστες γλώσσες (Πρόκειται για το βιβλίο «Σημείον μέγα» που εξέδωσε ο « Αστήρ»).

Αυτόν τον καιρόν γίνουνται ανασκαφές, για να βρεθεί η αρχαία εκκλησία με τα λείψανα εκείνων που φανερώνονται ολοζώντανοι μπροστά στους απλούς ανθρώπους, στον ύπνο και στον ξύπνο τους, καθώς κι εικόνες και τα' άλλα κειμήλια. Θα είχανε βρεθεί όλα, και θα ξεσκεπαζότανε γρήγορα ολότελα αυτός ο φοβερός κρατήρας, που θα σάρωνε τους άπιστους με την αγιασμένη λάβα του, αν υπήρχανε περισσότερα μέσα στα χέρια των φτωχών ανθρώπων που σκάβουνε με μια πίστη που είναι σαν φωτιά.

Μα, όπως και να είναι, με τη χάρη του Θεού « την τ' ασθενή θεραπεύουσαν και τα ελλείποντα αναπληρούσαν», θα βγάλουνε σε καλό τέλος το βλογημένο αυτό έργο, και θα θριαμβέψει η ακατάλυτη πίστη μας, και θα ακουστεί ως τα πέρατα του άπιστου κόσμου η βροντερή φωνή: « Τις Θεός μέγας ως ο Θεός ημών; Συ ει ο Θεός ο ποιών θαυμάσια μόνος!».

ΕΟΡΤΗ ΑΓΙΑΣ ΠΑΡΑΣΚΕΥΗΣ ΟΙΝΟΗΣ




Με διήμερες εκδηλώσεις πανηγυρίζει το Ιερό Παρεκκλήσιο της Αγίας Παρασκευής.  25 Ιουλίου  την τέλεση του πανηγυρικού εσπερινού και Ιερά λιτανεία της Εικόνας της Αγίας. Οι εκδηλώσεις θα ολοκληρωθούν 26 Ιουλίου με την πανηγυρική Θεία Λειτουργία και την προσκύνηση του Ιερού λειψάνου της .
 






"Η ΠΡΟΣΕΥΧΗ ΜΙΑΣ ΑΓΙΑΣ"



1
του Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Καστορίας κ.κ. Σεραφείμ

Δέσποτα, Κύριε Παντοκράτωρ,
ο κτίστης και δημιουργός πάσης κτίσεως,
ο ελθών εις αναζήτησιν της σωτηρίας ημών,
δέξαι το πνεύμα μου και επάκουσόν μου, Κύριε ο Θεός μου,
και δος τοις μνημονεύουσιν του ονόματός μου
ειρηνικήν βιοτήν και άφεσιν αμαρτιών.

Ένα χαρακτηριστικό γνώρισμα των Αγίων μας, αυτών που ζουν στη θριαμβεύουσα Εκκλησία των ουρανών και αυτών που κινούνται ανάμεσά μας στη στρατευομένη Εκκλησία της γης, είναι η προσευχή.

Έζησαν, τράφηκαν και έφυγαν από τον κόσμο αυτόν με την προσευχή. Ό,τι ήταν η αναπνοή για το σώμα τους ήταν συγχρόνως και η προσευχή για την ψυχή τους. Γι’ αυτό και τη ζωή τους τη σφράγιζαν πάντοτε με την προσευχή.

Αυτό βλέπουμε και στη ζωή της Αγίας Παρασκευής. Ολόκληρη η ζωή της ήταν μια προσευχή και το μαρτυρικό τέλος της το σφραγίζει πάλι με προσευχή. Προσεύχεται στον Δημιουργό, στον Παντοκράτορα Κύριο να δεχθεί το πνεύμα της: «Δέξαι το πνεύμα μου». Αυτό μας θυμίζει την κραυγή του Χριστού πάνω στο σταυρό «πάτερ εις χείρας σου παρατίθεμαι το πνεύμα μου».

Η Αγία όμως σ’ αυτή τη σύντομη προσευχή της, που σε άλλα μαρτυρολόγια είναι πιο εκτενής, παρακαλεί το Χριστό και για εκείνους που θα ζητούν την πρεσβεία της και τη μεσιτεία της.

Είναι οι αδελφοί της.
Είναι οι οικείοι της πίστεως.
Είναι οι φίλοι του Χριστού και δικοί της φίλοι.
Είναι εκείνοι που θα τιμούν τη μνήμη της και θα θυμούνται το μαρτύριό της.
Γι’ αυτούς προσεύχεται ώστε ο Θεός να τους χαρίζει πάντοτε ειρηνική ζωή και άφεση αμαρτιών.

Μήπως αυτό δεν έκανε και ο Άγιος Ιερομάρτυς Χαράλαμπος, ο οποίος στην προσευχή του ζητούσε από το Θεό, «όταν οι άνθρωποι θα τιμούν τη μνήμη του και θα θυμούνται το μαρτύριο του να έχουν τη ευλογία του Θεού και να απαλλάσσονται από κάθε ασθένεια»;

Μήπως αυτό δεν έγινε και στη ζωή ενός νεοφανούς Αγίου του Αγίου Ανδρονίκου του Περμ, που μαρτύρησε στο διωγμό στη Ρωσία το 1918 και ο οποίος ζήτησε για λίγα λεπτά να προσευχηθεί και αφού ευλόγησε τα τέσσερα σημεία του ορίζοντος, ξάπλωσε μέσα στον τάφο που ο ίδιος έσκαψε και δέχθηκε εν συνεχεία τα πυρά των δημίων του.

Και αυτή η προσευχή των Αγίων μας ήταν γι’ αυτούς ένα όπλο ακαταμάχητο, όπως θα την χαρακτηρίσει ο Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος. Όπλο, που δεν απέκρουε έναν και μεμονωμένο αντίπαλο αλλά μυριάδες εχθρούς. Γιατί αυτή η προσευχή εξασφαλίζει πάντοτε τη συμμαχία με το Θεό. Αυτή η προσευχή συνοδεύει πάντοτε το Χριστιανό σε όλη του τη ζωή και ιδιαίτερα τις ώρες της δοκιμασίας και του μαρτυρίου.

Η προσευχή για τον Άγιο είναι ένας πόθος για το Θεό. Πόθος και «αγάπη ανεκλάλητος ουκ εξ’ ανθρώπων ενεργουμένη αλλά εκ θείας ενεργουμένης χάριτος», όπως θα πει και πάλι ο Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος. Δηλαδή η προσευχή είναι πόθος καρδιάς, καύση αγάπης προς το Θεό με την παρουσία της χάριτος του Θεού, ώστε αυτή η προσευχή να φτάνει στο θρόνο της θείας μεγαλωσύνης.

Να γιατί έχουμε ανάγκη τους Αγίους μας. Γιατί έχουμε πραγματικά ανάγκη της πύρινης προσευχής τους.

Ο γέροντας Παΐσιος συμβούλευε χαρακτηριστικά: «ένα κερί που ανάβεις στον Άγιο, αυτό το παίρνει και το μεταφέρει στο θρόνο του Θεού και δέεται για τη δική σου σωτηρία και τη λύση των προβλημάτων σου».

Να, ακόμη, γιατί τιμούμε τους Αγίους. Γιατί έχουμε ανάγκη από την προστασία τους, τη μεσιτεία τους, τη διδασκαλία τους, την επικοινωνία μαζί τους.

Στις δύσκολες ημέρες που η πατρίδα μας διέρχεται και στην απορία που βρίσκεται ο πονεμένος λαός μας, η μόνη μας παρηγοριά είναι οι προσευχές των Αγίων.

Η Αγία Παρασκευή ας μας χαρίσει όχι μόνο την υγεία των οφθαλμών μας, αλλά κυρίως την υγεία από την πνευματική τύφλωση που έχουμε υποστεί όλοι μας, μικροί και μεγάλοι, Κληρικοί και λαϊκοί, προκειμένου να δούμε το Φως το αληθινό και να αποκτήσουμε την αληθινή θεογνωσία.

Αγία του θεού πρέσβευε υπέρ ημών.

Αγία του Θεού πρέσβευε για την ακριτική Καστοριά που κάθε χρόνο τιμά τη μνήμη σου στους πολλούς αφιερωμένους στο όνομά σου Ιερούς Ναούς.

«Μέμνησο, θεόφρον Παρασκευή, και ημών των αμαρτωλών, και δυσώπει τον ελεήμονα Θεόν, ίνα πταισμάτων άφεσιν παράσχη ταις ψυχαίς ημών».

Τρίτη 23 Ιουλίου 2013

ΑΓΙΟΣ ΙΩΑΝΝΗΣ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΣ: Η ΕΚΚΛΗΣΙΑ ΕΙΝΑΙ ΘΕΡΑΠΕΥΤΗΡΙΟ ΚΑΙ ΟΧΙ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ!

.Η Εκκλησία είναι θεραπευτήριο και όχι δικαστήριο των ψυχών. Δεν καταδικάζει για τα αμαρτήματα, αλλά παρέχει συγχώρηση των αμαρτημάτων.

Τίποτα δεν κάνει τόσο χαρούμενη τη ζωή μας, όσο η ευχαρίστηση που νιώθουμε στην Εκκλησία. Στην Εκκλησία συντηρούν τη χαρά τους οι χαρούμενοι, στην Εκκλησία αποκτούν την ευθυμία οι στεναχωρημένοι και την ευφροσύνη οι λυπημένοι, στην Εκκλησία βρίσκουν την ανακούφιση οι ταλαιπωρημένοι και την ανάπαυση οι κουρασμένοι.

«Ελάτε» λέει ο Κύριος, «κοντά μου όλοι, όσοι είστε κουρασμένοι και φορτωμένοι (με θλίψεις και αμαρτίες), κι εγώ θα σας ξεκουράσω» (Ματθ. 11:28).

Τι πιο ποθητό θα μπορούσε να υπάρξει απ’ αυτή τη φωνή; Τι πιο γλυκό απ’ αυτή τη πρόσκληση; Ο Κύριος σε προσκαλεί στην Εκκλησία για πλούσιο γεύμα. Σε μεταφέρει από τους κόπους στην ανάπαυση κι από τα βάσανα στην ανακούφιση. Σε απαλλάσσει από το βάρος των αμαρτημάτων σου. Γιατρεύει τη στεναχώρια με την ευχαρίστηση και τη λύπη με τη χαρά.

Κανένας δεν είναι πραγματικά ελεύθερος και χαρούμενος, παρά μόνο εκείνος που ζει για τον Χριστό. Αυτός ξεπέρασε όλα τα κακά και δεν φοβάται τίποτα!

Από το βιβλίο: Θέματα Ζωής Β' - Ιερά Μονή Παρακλήτου

ΓΕΡΟΝΤΑΣ ΠΑΐΣΙΟΣ: Η ΣΥΜΦΙΛΙΩΣΗ ΜΕ ΤΟΝ ΘΑΝΑΤΟ

1- Γέροντα, έγινε η τελική διάγνωση. Ο όγκος που έχετε είναι καρκίνος, και μάλιστα
άγριος.

- Φέρε ένα μαντήλι να χορέψω το «Έχε γεια, καημένε κόσμε»! Εγώ ποτέ δεν χόρεψα στην ζωή μου, αλλά τώρα από την χαρά μου που πλησιάζει ο θάνατος θα χορέψω.

- Γέροντα, ο γιατρός είπε ότι πρέπει να γίνουν πρώτα ακτινοβολίες, για να συρρικνωθή ο όγκος, και μετά να γίνη επέμβαση.

- Κατάλαβα! Πρώτα θα βομβαδίση η αεροπορία και μετά θα γίνη η επίθεση! Λοιπόν θα πάω επάνω και θα σας φέρω νέα!… Μερικοί, ακόμη και γέροι, αν τους πη ο γιατρός «θα πεθάνης» ή «πενήντα τοις εκατό υπάρχει ελπίδα να ζήσης», στεναχωριούνται. Θέλουν να ζήσουν. Τι θα βγάλουν; Απορώ! Αν είναι κανείς νέος, ε, κάπως δικαιολογείται, αλλά ένας γέρος να κάνη προσπάθεια να ζήση, αυτό δεν το καταλαβαίνω. Άλλο είναι να κάνη μια θεραπεία, για να μπορή να αντέξη κάπως τον πόνο. Δεν θέλει δηλαδή να παρατείνη την ζωή του, αλλά θέλει μόνο να είναι λίγο πιο υποφερτοί οι πόνοι και να αυτοεξυπηρετήται, μέχρι να πεθάνη· αυτό έχει νόημα.

- Γέροντα, παρακαλούμε τον Θεό να σας δώση παράταση ζωής.

- Γιατί, Ο Ψαλμός δεν λέει ότι εβδομήκοντα είναι τα χρόνια της ζωής μας;

- Προσθέτει όμως ο Ψαλμωδός και «εάν εν δυναστείαις, ογδοήκοντα»…

- Ναι, αλλά λέει και «το πλείον αυτών κόπος και πόνος», οπότε καλύτερη η ανάπαυση στην άλλη ζωή!

- Μπορεί, Γέροντα, κάποιος από ταπείνωση να μην αισθάνεται έτοιμος πνευματικά για την άλλη ζωή και να θέλη ακόμη να ζήση, για να ετοιμασθή;

- Αυτό είναι καλό, αλλά που να ξέρει ότι, αν ζήση κι άλλο, δεν θα γίνη χειρότερος;

- Γέροντα, πότε συμφιλιώνεται κανείς με τον θάνατο;

- Ποτέ; Άμα ζη μέσα του ο Χριστός, τότε είναι χαρά ο θάνατος. Όχι όμως να χαίρεται που θα πεθάνη, γιατί βαρέθηκε την ζωή του. Όταν χαίρεσαι τον θάνατο, με την καλή έννοια, φεύγει ο θάνατος και πάει να βρη κανέναν φοβητσιάρη! Όταν θέλης να πεθάνης, δεν πεθαίνεις. Όποιος καλοπερνάει, φοβάται τον θάνατο, γιατί ευχαριστιέται με την κοσμική ζωή και δεν θέλει να πεθάνη, Αν του πουν για θάνατο, λέει: «Κουνήσου από την θέση σου»! Ενώ, όποιος ταλαιπωρείται, πονάει κ.λπ., θεωρεί τον θάνατο λύτρωση και λέει: «Κρίμα, δεν ήρθε ακόμη ο Χάρος να με πάρη… Κάποιο εμπόδιο θα τον βρήκε»! Λίγοι άνθρωποι θέλουν τον θάνατο. Οι πιο πολλοί κάτι θέλουν να τελειώσουν και δεν θέλουν να πεθάνουν. Ο καλός Θεός όμως οικονομάει να πεθάνη ο καθένας, όταν ωριμάση.

Πάντως ένας πνευματικός άνθρωπος, είτε νέος είναι είτε γέρος, πρέπει να χαίρεται που ζη, να χαίρεται που θα πεθάνη, αλλά να μην επιδιώκη να πεθάνη, γιατί αυτό είναι αυτοκτονία. Για έναν πεθαμένο κοσμικά και αναστημένο πνευματικά δεν υπάρχει ποτέ καθόλου αγωνία, φόβος και άγχος, γιατί περιμένει τον θάνατο με χαρά, επειδή θα πάη κοντά στον Χριστό και θα αγάλλεται. Αλλά χαίρεται και γιατί ζη, επειδή ζη πάλι κοντά στον Χριστό και νιώθει ένα μέρος της χαράς του Παραδείσου επί της γης και διερωτάται αν υπάρχη ανώτερη χαρά στον Παράδεισο από αυτήν που νιώθει στην γη. Τέτοιοι άνθρωποι αγωνίζονται με φιλότιμο και αυταπάρνηση και, επειδή μπροστά τους τον θάνατο και τον σκέφτονται καθημερινά, ετοιμάζονται πιο πνευματικά, αγωνίζονται τολμηρότερα και νικούν την ματαιότητα.

Η ΑΣΚΗΣΗ ΣΤΑΜΑΤΑ ΜΟΝΟ ΣΤΟΝ ΧΡΙΣΤΟ!

15Χριστιανική ζωή και άσκηση θα πρέπει να νοούνται σαν δύο έννοιες ενός κοινού βιώματος. Δεν μπορεί να νοηθεί χριστιανική ζωή χωρίς άσκηση και ορθόδοξη άσκηση εκτός χριστιανικής ζωής.

Ο θεσμός της Εκκλησίας λοιπόν πολύ ορθά και σοφά καλεί όλα τα μέλη της να ασκηθούν, δηλαδή να μπουν στην διαδικασία της εκούσιας στέρησης (όποια κι αν είναι αυτή) ώστε να απαγκιστρωθούν σιγά σιγά από τα επίγεια και να γεμίσουν με έρωτα προς τα ουράνια.

Πολλοί άνθρωποι όμως αντιδρούν σε αυτό το κάλεσμα της Εκκλησίας για άσκηση. Τους ακούγεται παράλογο το να στερείσαι εκουσίως κάποια πράγματα για χάριν της Αγάπης του Χριστού. Ενώ άλλοι χριστιανοί, προσπαθούν μεν να εφαρμόσουν το ασκητικό πνεύμα που προτείνει η Εκκλησία στην ζωή τους, αλλά οι περισσότεροι με μία δυσφορία.

Το θέμα όμως είναι αδελφοί μου ότι η Εκκλησία θεσπίζοντας τις νηστείες, ή μιλώντας για την εγκράτεια της σαρκός , ή την σιωπή, ή τον εκκλησιασμό, κ.τ.λ. βάζει το κατώτερο όριο ενός κανόνος που θα πρέπει να διακατέχει την ζωή μας. Και αυτό θα πρέπει να το καταλάβουμε καλά.

Η Εκκλησία ζητά από εμάς τα λιγότερα που μπορεί να ζητήσει! Π.χ. οι Πατέρες της Εκκλησίας θέσπισαν ως ημέρες νηστείας την Τετάρτη και την Παρασκευή, αυτός λοιπόν ο κανόνας θα πρέπει να θεωρείται ότι είναι ο ελάχιστος που θα πρέπει να εφαρμόζει στην ζωή του ο χριστιανός, και όχι ο μέγιστος. Διότι βλέπουμε άλλους ανθρώπους, μοναχούς ή και λαϊκούς να νηστεύουν όχι μόνο Τετάρτη και Παρασκευή αλλά και άλλες ημέρες κατόπιν ευλογίας από τον πνευματικό τους πατέρα...γιατί το κάνουν αυτό; Από αγάπη προς τον Χριστό!

Άλλο παράδειγμα: Ομιλούμε συνεχώς για τον εκκλησιασμό. Και οι περισσότεροι άνθρωποι νομίζουν ότι μιλούμε μόνο για τον εκκλησιασμό κατά το πρωινό της Κυριακής. Ο εκκλησιασμός μας την ημέρα της Κυριακής δεν θα πρέπει να θεωρείται το μέγιστο αλλά το ελάχιστο που μπορούμε να κάνουμε (διότι καθημερινά μπορεί να μην μπορούμε λόγο δουλειάς). Όντως μπορεί να μην έχουμε την δυνατότητα να λειτουργούμαστε καθημερινά, όμως σίγουρα θα μπορούμε να πάμε σε κάποιον εσπερινό ή παράκληση ή σε κάποια αγρυπνία ή αν δεν μπορούμε να πάμε σε κάποιον ναό μπορούμε να προσευχηθούμε κατ’ ιδίαν στο σπίτι μας.

Που θέλω να καταλήξω: Ότι είναι λάθος να θεωρούμε κατόρθωμα το ότι τηρούμε τα ελάχιστα που μας προτείνει η Εκκλησία. Το ότι τηρούμε αυτά που μας λέγει η Εκκλησία είναι το πρώτο βήμα ώστε να εισέλθουμε στον κόσμο της ασκήσεως, στον κόσμο της ελευθερίας και του Θείου Έρωτος. Από εκεί και πέρα ο κάθε άνθρωπος σύμφωνα με αυτό που νιώθει και μπορεί ασκείται με γνώμονα πάντα την αγάπη και συνοδοιπόρο την μετάνοια και την ταπείνωση.

Τα ασκητικά αγωνίσματα που θεσπίστηκαν από την Εκκλησία μας είναι το ελάχιστο αντίδωρο που μπορούμε να δώσουμε στον Χριστό μας για το δώρο της Αγάπης Του. Γι’ αυτό βλέπουμε οι Όσιοι και οι Όσιες πραγματοποίησαν (για εμάς) ακατανόητες και υπέρ του μέτρου ασκήσεις (νηστείες- αγρυπνίες- προσευχές-ορθοστασίες-ζώντας στο κρύο/στην ζέστη/σε σπηλιές/σε δέντρα/σε στύλους/έγκλειστοι- αλουσία κ.α.).

Πως κατάφεραν λοιπόν να τα κάνουν όλα αυτά και γιατί; Κατάφεραν να ασκηθούν τόσο πολύ όχι επειδή βλέπανε τι ελάχιστο προτείνει ο θεσμός της Εκκλησίας αλλά συνειδητοποίησαν το μέγεθος της Αγάπης του Θεού. Όταν ο άνθρωπος καταλάβει πόσο μεγάλη είναι η Αγάπη του Θεού και πόσο σημαντικό για τον καθένα προσωπικά είναι αυτό, τότε όλα του φαίνονται λίγα. Ότι και αν κάνει – όσο και αν ασκηθεί - είναι λίγο μπροστά στην Αγάπη Του.  Ότι και αν θυσιάσει σ’ αυτήν την ζωή είναι ελάχιστο μπροστά στην Θυσία Του.  Όσο κι αν αδικηθεί είναι λίγο μπροστά στην Αδικία που υπέστη Εκείνος για εμάς. Γι’ αυτό και η άσκηση των Αγίων ξεπέρασε τους νόμους της πεπτωκυίας φύσεως ή μάλλον ποιο ορθά: Έκανε τους ανθρώπους -τους Αγίους- να ζουν φυσιολογικά τείνοντας συνεχώς προς το Φως και την Αγάπη.

Η άσκηση όταν γίνεται όχι γιατί πρέπει αλλά κινούμενη από αγάπη τότε γίνεται ανάπαυση και όχι δυσφορία. Όταν η άσκηση γίνεται με πνεύμα θυσιαστικό και ταπεινό τότε δεν γίνεται με κατήφεια αλλά με χαρά και δοξολογία.

Πρέπει όμως να τονίσουμε ότι η άσκηση από μόνη της δεν σώζει, εάν δεν συνδυάζεται με ταπείνωση, με μετάνοια και εξομολόγηση, με συμμετοχή στα μυστήρια της Εκκλησίας, με υπακοή στον πνευματικό (ή στον γέροντα), με συγχωρετικότητα και αγάπη. Η άσκηση δεν δρα μαγικά πάνω στον άνθρωπο, αλλά είναι το θεμέλιο ώστε να υπάρξει η καλή αλλοίωση του είναι μας. Η άσκηση δεν έχει όρια, δεν πρέπει να μένει στους τύπους και στα εξωτερικά γνωρίσματα.  Η άσκηση είναι για τον καθένα διαφορετική αλλά το ίδιο σημαντική. Γι’ αυτό και η μάνα Εκκλησία θέσπισε κάποια μικρά ασκητικά αγωνίσματα κοινά για όλους, ώστε όλοι οι χριστιανοί να ζουν έστω με την ελάχιστη άσκηση, ώστε να βρίσκονται σε πνευματική εγρήγορση.

Να μου επιτραπεί να πω ότι ο άνθρωπος μπορεί να σταματήσει την άσκηση μόνο όταν αποκτήσει την Χριστομίμητη Αγάπη. Διότι η άσκηση αυτόν τον σκοπό έχει: ο άνθρωπος να καθαρθεί και να γίνει ένα απέραντο δοχείο Αγάπης το οποίο θα μοιράζεται σε όλους δια του Χριστού και δια της μοιρασιάς θα αυξάνεται εν Χριστώ.

Μπορούμε λοιπόν να μην ασκούμαστε πλέον εάν ενωθήκαμε με τον Χριστό, εάν γίναμε κατά χάριν θεάνθρωποι, εάν γίναμε κατά χάριν Άγιοι.  Αλλά ποιος από μας μπορεί να επικαλεστεί κάτι τέτοιο;

Δευτέρα 22 Ιουλίου 2013

ΠΡΟΤΕΡΑΙΟΤΗΤΕΣ ΣΤΗ ΖΩΗ



Ο καθηγητής1 στάθηκε μπροστά στους φοιτητές του στη φιλοσοφική σχολή, έχοντας μπροστά του κάποια αντικείμενα. Όταν η τάξη ησύχασε, χωρίς να μιλήσει, γέμισε ένα βάζο του γλυκού με μπαλάκια του τένις. Όταν πλέον δε χωρούσε άλλα, τους κοίταξε και τους ρώτησε αν το βάζο ήταν γεμάτο. Απάντησαν, ναι.

Τότε ο καθηγητής πήρε χαλίκια και άρχισε να γεμίζει το βάζο, κουνώντας το για να πάνε στα κενά που άφηναν τα μπαλάκια του τένις. Όταν δε χωρούσε άλλα, τους κοίταξε και τους ρώτησε αν το βάζο ήταν γεμάτο. Με κάποια αμηχανία, απάντησαν, ναι!

Στη συνέχεια, ο καθηγητής πήρε άμμο και άρχισε να γεμίζει τα κενά ανάμεσα στα χαλίκια και τα μπαλάκια του τένις. Όταν δε χωρούσε άλλη άμμος, τους ρώτησε αν το βάζο γέμισε. Απάντησαν όλοι μαζί, ναι!

Τότε ο καθηγητής έσκυψε και πήρε κάτω από το γραφείο του δύο κούπες με καφέ και τις άδειασε μέσα στο βάζο. Οι φοιτητές του κοιτούσαν απορημένοι και γελούσαν.

Ο καθηγητής άρχισε να τους λέει:

«Θέλω να θεωρήσετε ότι το βάζο αντιπροσωπεύει τη ζωή σας.

Οι μπάλες του τένις αντιπροσωπεύουν τα πλέον μεγάλα και σημαντικά πράγματα στη ζωή όπως η οικογένεια, τα παιδιά σας, οι φίλοι σας και οι αγαπημένες σας ασχολίες. Πράγματα που ακόμα κι αν όλα τα άλλα χαθούν, αυτά είναι ικανά να γεμίσουν τη ζωή σας.

Τα χαλίκια αντιπροσωπεύουν πράγματα σημαντικά όπως η δουλειά σας, ένα αυτοκίνητο, ένα σπίτι.

Η άμμος αντιπροσωπεύει άλλα μικρότερα πράγματα.

Αν γεμίσετε το βάζο πρώτα με άμμο, δεν θα υπάρχει χώρος για να βάλετε τα χαλίκια και τις μπάλες του τένις.

Το ίδιο ισχύει και για τη ζωή σας! Αν ξοδέψετε την ώρα και την ενέργεια σας με μικρά πράγματα δεν θα έχετε χρόνο και δύναμη για μεγαλύτερα και πιο σημαντικά για σας πράγματα.

Φροντίστε πρώτα τα μπαλάκια του τένις και τα χαλίκια. Τα υπόλοιπα είναι άμμος.»

Ένας φοιτητής σήκωσε το χέρι και ρώτησε τι αντιπροσωπεύει ο καφές. Ο καθηγητής χαμογέλασε και είπε:

«Ο καφές είναι για να σας δείξει πως όσο γεμάτη κι αν είναι η ζωή σας, πάντα θα υπάρχει χώρος για ένα καφέ με κάποιο φίλο».