Πέμπτη 11 Ιουλίου 2013

ΣΥΝΤΟΜΗ ΕΞΗΓΗΣΗ ΑΚΟΛΟΥΘΙΑΣ ΕΓΚΑΙΝΙΩΝ ΙΕΡΟΥ ΝΑΟΥ

.Στα πρωτοχριστιανικά  χρόνια η Θεία Ευχαριστία τελούνταν επάνω στους τάφους των Μαρτύρων.

Ο κάθε Μαρτυρικός τάφος ήταν και Αγία Τράπεζα. Στη συνέχεια με την ανέγερση των Ναών επειδή δεν ήταν δυνατό σε κάθε Ναό να υπάρχει και Μαρτυρικός τάφος , όρισε η Εκκλησία να εγκαινιάζεται κάθε Ναός με την τοποθέτηση στην Αγία Τράπεζα Τιμίων Λειψάνων Αγίων Μαρτύρων, οι οποίοι απέδειξαν την αγάπη και αφοσίωσή τους στον Κύριο με το μαρτύριό τους.


Σεμνοί, ταπεινοί αλλά και θαρραλέοι δε φοβήθηκαν να ομολογήσουν τον Αληθινό Θεό μπροστά σε σκληρούς διώκτες.

Στη συνέχεια με λίγα απλά λόγια θα εξηγήσουμε τι ακριβώς συμβαίνει στην τελετή των Εγκαινίων.
Τα Εγκαίνια τελούνται από τον Επίσκοπο, ο οποίος και προσκομίζει τα Ιερά Λείψανα στο Ναό που πρόκειται να εγκαινιασθεί.

Φθάνοντας ο Επίσκοπος στο Ναό,  τοποθετεί τα Ιερά Λείψανα επάνω στην Αγία Τράπεζα.
Τότε  ψάλλετε  μια ειδική ακολουθία της υποδοχής η οποία περιέχει Μαρτυρικά και άλλα τροπάρια.
Στους αίνους του Όρθρου ο Επίσκοπος διαβάζει δυο προκαταρκτικές ευχές των εγκαινίων του Καλλίστου Πατριάρχου Κωνσταντινουπόλεως.

Μετά την απόλυση της ακολουθίας του Όρθρου αρχίζει η τελετή των εγκαινίων με μία σύντομη προσευχή μπροστά στην Αγία Τράπεζα, στην οποία ο Επίσκοπός παρακαλεί τον Κύριό μας να αναδείξει και μας μιμητές των Αγίων Μαρτύρων.

Στη συνέχεια βγαίνουν όλοι έξω από το Ναό.

Ο Επίσκοπος κρατάει στα χέρια του τα Άγια Λείψανα, προπορευομένων των Ιερέων με το Ευαγγέλιο, και ακολουθούντων όλων των Χριστιανών.

Πραγματοποιούνται τρεις λιτανείες γύρω από το Ναό. Στο τέλος των δυο πρώτων λιτανειών αναγιγνώσκονται δυο Αποστολικά και δύο Ευαγγελικά Αναγνώσματα. Στο τέλος της τρίτης λιτανείας, γίνεται η είσοδος στο Ναό με ένα ιδιόμορφο τρόπο.

Οι πόρτες είναι κλειστές. Ο Επίσκοπος προστάζει αυτούς που είναι πίσω από τις πόρτες να τις ανοίξουν στο Βασιλιά της δόξης, λέγοντας τα λόγια του Δαυίδ «Άρατε πύλας οι άρχοντες ημών…», και από μέσα ακούγονται τα λόγια που οι Άγγελοι έλεγαν αναμεταξύ τους κατά την ανάληψη του Κυρίου. «Τις εστιν ούτος ο Βασιλεύς της δόξης».

Αφού επαναληφθεί τρεις φορές  αυτός ο διάλογος  ο Επίσκοπος εισέρχεται θριαμβευτικά στο Ναό, τοποθετώντας τα Άγια Λείψανα στην Αγία Τράπεζα, ενώ  ψάλλετε το απολυτίκιο «Ως του άνω στερεώματος την ευπρέπειαν…».  Τώρα είμαστε έτοιμοι να εισέλθουμε στο κυριώτερο μέρος της τελετής.

Ο Επίσκοπος εκχύει τρείς φορές Άγιο Μύρο στα Ιερά Λείψανα, ευχόμενος να είναι «αιωνία η μνήμη των κτητόρων του Αγίου Οίκου τούτου».

Στη συνέχεια, αφού τα ασφαλίσει σε ειδική θήκη, τα τοποθετεί στο κέντρο της Αγίας Τράπεζας στην ειδική οπή που υπάρχει για το λόγο αυτό και ονομάζεται «φυτόν».

Πάνω από τα Άγια Λείψανα ρίχνει μαρμαρόσκονη και εκχύει κηρομαστίχη.

Το μίγμα αυτό αποτελείται από καθαρό κερί, μαστίχα, σμύρνα, αλόη, θυμίαμα, ρητίνη και λάδανο.

Αυτά συμβολίζουν τα μύρα με τα οποία ο Ιωσήφ ο από Αριμαθαίας άλειψε το Σώμα του Κυρίου, και τα εκχύει για τη στερέωση του ανεγειρομένου Τάφου.

Αφού σφραγισθεί το «φυτόν», ο Επίσκοπος φοράει ένα λευκό χιτώνα που ονομάζεται σάβανο, σύμβολο της σινδόνης με την οποία τυλίχθηκε το Άγιο Σώμα του Κυρίου και διαβάζει μια ευχή παρακαλώντας το Θεό να στείλει το Πανάγιο Πνεύμα και να αγιάσει τον Οίκον τούτον.

Στη συνέχεια ακολουθούν τα ειρηνικά.

Κατόπιν ο Επίσκοπος ευλογεί μια ποσότητα χλιαρού νερού, σύμβολο του Αγίου Πνεύματος και το εκχύει σταυροειδώς στην Αγία Τράπεζα. Με λευκά σαπούνια την πλένει και με σφουγγάρια την στεγνώνει, ενώ ψάλλεται ο 43ος ψαλμός «Ως αγαπητά τα σκηνώματά Σου, Κύριε των δυνάμεων».

Η τελετή μας θυμίζει βάπτισμα.

Η Αγία Τράπεζα εικονίζει το Σωτήρα και δέχεται τα του βαπτίσματος όπως Εκείνος.
Στη συνέχεια ραντίζει πάλι την Αγία Τράπεζα με ειδικά αρώματα ψάλλοντας το «Ραντιείς με υσσώπω και καθαρισθήσωμαι…» και αφού δοξάσει το Θεό σταυρώνει την Αγία Τράπεζα με Άγιο
Μύρο, το οποίο αλείφει στη συνέχεια με τα χέρια του. Το Άγιο μύρο φέρνει τη Χάρη του Θεού στη γη. Είναι η δύναμη του Θυσιαστηρίου, η οποία ενεργοποιείται με τη χάρη των Ιερών Λειψάνων.

Κατόπιν καθαγιάζει πάνω στην Αγία Τράπεζα Ιερά Αντιμήνσια. Η λέξη Αντιμήνσιο προέρχεται από την ελληνική λέξη αντί και τη λατινική λέξη Μένσα, που σημαίνει Τράπεζα.

Το κάθε Αντιμήνσιο μόλις καθαγιασθεί από τον Επίσκοπο είναι μια μικρή Αγία Τράπεζα. Είναι απαραίτητο σε κάθε Λειτουργία. Μάλιστα με το Αντιμήνσιο μπορεί να τελεστεί σε έκτατες περιπτώσεις η Θεία Λειτουργία και εκεί όπου δεν υπάρχει Ναός.

Στη συνέχεια ο Επίσκοπος τοποθετεί τις εικόνες των τεσσάρων Ευαγγελιστών αποτυπωμένες σε λινό ύφασμα στις τέσσερις γωνίες της Αγίας Τραπέζης, επειδή με τα Ευαγγέλιά τους συνέβαλαν στη στερέωση της Εκκλησίας Κατόπιν σκεπάζει την πλάκα της με ένα λευκό ύφασμα που ονομάζεται «κατασάρκιο».

Αυτό το ύφασμα ποτέ δεν βγαίνει από την Αγία Τράπεζα. Πάνω από αυτό τοποθετούνται τα επίσημα καλλύματα, ενώ ψάλεται ο 62ος ψαλμός «Ο Κύριος εβασίλευσεν, ευπρέπειαν ενεδύσατο…».
Στη συνέχεια ο Επίσκοπος κρατώντας στα χέρια του ένα καλάμι στο άκρο του οποίου υπάρχει σφουγγάρι με κηρομαστίχη και Άγιο Μύρο, σχηματίζει το μονόγραμμα του Χριστού (ΧΡ) στα τέσσερα σημεία του Ναού.

Κατόπιν ανάβει την Κανδήλα και ευλογεί, ψάλλοντας τον πρώτο στίχο της δοξολογίας «Δόξα Σοι τω δείξαντι το Φως…».

Στη συνέχεια αφαιρεί  το σάβανο που φορούσε σε όλη τη διάρκεια της τελετής και φοράει τα υπόλοιπα Αρχιερατικά του άμφια.

Αυτό το σάβανο τεμαχίζεται σε πολλά μικρά κομματάκια και εμβαπτίζεται μέσα στην κηρομαστίχη που περίσσεψε. Φεύγοντας από το Ναό, συνηθίζεται οι πιστοί να λαμβάνουν ευλογία από το σάβανο.

Αυτή είναι με λίγα λόγια η ακολουθία των Ιερών Εγκαινίων, μετά την οποία ακολουθεί και η πρώτη Αρχιερατική Θεία Λειτουργία στο νέο Ιερό Ναό.