Ο ύπνος τής ψυχής είναι η ζήλεια, ο φθόνος, πού γεννιέται
από την υπερηφάνεια.
Μη ζηλεύεις, αδελφέ μου, κανέναν άνθρωπο για την ευτυχία του εδώ στη γη. Μη ζηλεύεις τον πλούσιο και τον ένδοξο. Μη ζητάς «θησαυρούς επί τής γής, όπου σής καί βρώσις αφανίζει, καί όπου κλέπτουσι διορύσσουσι καί κλέπτουσι»(Ματθ. 6. 19). Να ζηλεύεις και να μιμείσαι τον εργάτη τής αρετής, τον άνθρωπο τού Θεού τον χαριτωμένο από το Άγιο Πνεύμα, τον πιο ένδοξο από τούς ενδόξους και τον πιο πλούσιο από τούς πλουσίους, πού αποταμιεύει «θησαυρούς εν ουρανώ, όπου ούτε σής ούτε βρώσις αφανίζει, καί όπου κλέπται ου διορύσσουσιν ουδέ κλέπτουσιν» (Ματθ. 6. 20).
Μη ζηλεύεις αυτόν πού επαινούν και κολακεύουν οι άνθρωποι. Οι ανθρώπινοι έπαινοι είναι ασταθείς και ευμετάβλητοι. Συχνά μάλιστα είναι ιδιοτελείς και υστερόβουλοι. Σήμερα τα λόγια τους «γλυκύτερα υπέρ μέλι καί κηρίον» (Ψαλμ. 18. 11). Αύριο το στόμα τους «αράς καί πικρίας γέμει»(Ρωμ. 3. 14). Ζήλεψε λοιπόν το μεγαλείο τού αφανούς και αδόξου κατά κόσμον ανθρώπου τής αρετής, «ού ο έπαινος ουκ εξ ανθρώπων, αλλ᾿ εκ τού Θεού» (Ρωμ. 2. 29).
Μη λιώνεις από τον φθόνο βλέποντας άλλους να έχουν όσα εσύ δεν έχεις. Ο δικαιοκρίτης Κύριος γνωρίζει καλύτερα από σένα σε ποιόν θα δώσει κι από ποιόν θα στερήσει, πότε θα χαρίσει και πότε θα ζητήσει, τι θα δώσει και τι θα αφαιρέσει. «…Ή ουκ έξεστί μοι ποιήσαι ό θέλω εν τοίς εμοίς;», λέει ο ίδιος στους εργάτες τού αμπελώνος πού διαμαρτυρήθηκαν για την «άδικη» μεταχείρισί τους (Ματθ. 20. 1 -16).
Η ζήλεια και ο φθόνος είναι αιτία κάθε κακού και εχθρός κάθε καλού. Απ' αυτή την αιτία ο Κάϊν φόνευσε τον Άβελ, ο Ησαύ θέλησε να εξοντώσει τον Ιακώβ, ο Σαούλ καταδίωξε τον Δαβίδ.
Η ζήλεια και ο φθόνος τυφλώνουν τον νου, αμαυρώνουν την ψυχή, σκοτίζουν τη συνείδησι, θλίβουν τον Θεό, χαροποιούν τούς δαίμονες, κλείνουν τον ουρανό, ανοίγουν την κόλασι. «Ο μισών τόν αδελφόν αυτού εν τή σκοτία εστί καί εν τή σκοτία περιπατεί, καί ουκ οίδε πού υπάγει, ότι η σκοτία ετύφλωσε τούς οφθαλμούς αυτού» (Α΄ Ιω. 2. 11).
Μη ζηλεύεις, αδελφέ μου, κανέναν άνθρωπο για την ευτυχία του εδώ στη γη. Μη ζηλεύεις τον πλούσιο και τον ένδοξο. Μη ζητάς «θησαυρούς επί τής γής, όπου σής καί βρώσις αφανίζει, καί όπου κλέπτουσι διορύσσουσι καί κλέπτουσι»(Ματθ. 6. 19). Να ζηλεύεις και να μιμείσαι τον εργάτη τής αρετής, τον άνθρωπο τού Θεού τον χαριτωμένο από το Άγιο Πνεύμα, τον πιο ένδοξο από τούς ενδόξους και τον πιο πλούσιο από τούς πλουσίους, πού αποταμιεύει «θησαυρούς εν ουρανώ, όπου ούτε σής ούτε βρώσις αφανίζει, καί όπου κλέπται ου διορύσσουσιν ουδέ κλέπτουσιν» (Ματθ. 6. 20).
Μη ζηλεύεις αυτόν πού επαινούν και κολακεύουν οι άνθρωποι. Οι ανθρώπινοι έπαινοι είναι ασταθείς και ευμετάβλητοι. Συχνά μάλιστα είναι ιδιοτελείς και υστερόβουλοι. Σήμερα τα λόγια τους «γλυκύτερα υπέρ μέλι καί κηρίον» (Ψαλμ. 18. 11). Αύριο το στόμα τους «αράς καί πικρίας γέμει»(Ρωμ. 3. 14). Ζήλεψε λοιπόν το μεγαλείο τού αφανούς και αδόξου κατά κόσμον ανθρώπου τής αρετής, «ού ο έπαινος ουκ εξ ανθρώπων, αλλ᾿ εκ τού Θεού» (Ρωμ. 2. 29).
Μη λιώνεις από τον φθόνο βλέποντας άλλους να έχουν όσα εσύ δεν έχεις. Ο δικαιοκρίτης Κύριος γνωρίζει καλύτερα από σένα σε ποιόν θα δώσει κι από ποιόν θα στερήσει, πότε θα χαρίσει και πότε θα ζητήσει, τι θα δώσει και τι θα αφαιρέσει. «…Ή ουκ έξεστί μοι ποιήσαι ό θέλω εν τοίς εμοίς;», λέει ο ίδιος στους εργάτες τού αμπελώνος πού διαμαρτυρήθηκαν για την «άδικη» μεταχείρισί τους (Ματθ. 20. 1 -16).
Η ζήλεια και ο φθόνος είναι αιτία κάθε κακού και εχθρός κάθε καλού. Απ' αυτή την αιτία ο Κάϊν φόνευσε τον Άβελ, ο Ησαύ θέλησε να εξοντώσει τον Ιακώβ, ο Σαούλ καταδίωξε τον Δαβίδ.
Η ζήλεια και ο φθόνος τυφλώνουν τον νου, αμαυρώνουν την ψυχή, σκοτίζουν τη συνείδησι, θλίβουν τον Θεό, χαροποιούν τούς δαίμονες, κλείνουν τον ουρανό, ανοίγουν την κόλασι. «Ο μισών τόν αδελφόν αυτού εν τή σκοτία εστί καί εν τή σκοτία περιπατεί, καί ουκ οίδε πού υπάγει, ότι η σκοτία ετύφλωσε τούς οφθαλμούς αυτού» (Α΄ Ιω. 2. 11).