...Μα γιατί κι εσείς κι εγώ είμαστε πρόσωπα. Πρόσωπα με τα χαρίσματα, δοσμένα από το Θεό και όχι δικά μας. Πρόσωπα με τις πτώσεις, την αμαρτωλότητα, την αδυναμία μας, κι ας το ξεχνάμε, καθώς είναι λιγότερο επώδυνο να παρατηρούμε το κάρφος στο μάτι του πλησίον μας, όπως και του κόσμου. Είμαστε πρόσωπα που αγωνιζόμαστε να κρατήσουμε ελπίδες, να χτίσουμε σχέσεις, να μοιραστούμε, να αγαπήσουμε και να αγαπηθούμε. Γιατί στην Εκκλησία το πρόσωπο δεν εκμηδενίζεται, αλλά και δεν θεοποιείται. Με τη θέλησή του ό,τι έχει προσθέσει με τον μικρό ή μεγάλο κόπο του στα τάλαντα που ο Θεός του έχει δώσει, τα αντιπροσφέρει στον Δεδωκότα και στους αδελφούς του. Κι έτσι διασώζει το «εγώ» μέσα στο «εμείς». Το «εγώ» διακονεί το «εμείς», αλλά και το «εμείς» τρέφεται από το «εγώ» του καθενός μας. Κανείς δεν είναι αναντικατάστατος, αλλά είναι μοναδικός. Στην διαφορετικότητά του.