Τετάρτη 6 Ιουνίου 2012

Ἡ Ἁγία Γραφὴ καὶ οἱ Πατέρες καλλιεργοῦν τὸν θεῖο ἔρωτα

Μέσα ἀπ’ τὴν Ἁγία Γραφὴ βγαίνουν ὅλα. Πρέπει νὰ τὴ διαβάζετε συνεχῶς, γιὰ νὰ μάθετε τὰ μυστικὰ τοῦ ἀγώνα τοῦ πνευματικοῦ. Στὴν ἀγαπημένη μου Σοφία Σολομῶντος, στὸ ἔνατο κεφάλαιο, λέει:

«Θεὲ πατέρων καὶ Κύριε τοῦ ἐλέους, ὁ ποιήσας τὰ πάντα ἐν λόγῳ Σου καὶ τῇ σοφίᾳ Σου κατεσκεύασας ἄνθρωπον, ἵνα δεσπόζῃ τῶν ὑπὸ Σοῦ γενομένων κτισμάντων καὶ διέπῃ τὸν κόσμον ἐν ὁσιότητι καὶ δικαιοσύνῃ καὶ ἐν εὐθύτητι ψυχῆς κρίσιν κρίνῃ, δός μοι τὴν τῶν σῶν θρόνων πάρεδρον σοφίαν καὶ μὴ μὲ ἀποδοκιμάσῃς ἐκ παίδων σου, ὅτι ἐγὼ δοῦλος σὸς καὶ υἱὸς τῆς παιδίσκης σου, ἄνθρωπος ἀσθενὴς καὶ ὀλιγοχρόνιος καὶ ἐλάσσων ἐν συνέσει κρίσεως καὶ νόμων» (Σοφ. Σολομ. 9, 1-5).

Βλέπουμε ἐδῶ τὸν σοφὸ Σολομῶντα νὰ ζητάει μὲ τόσο ταπεινὸ τρόπο ἀπὸ τὸν Θεὸ τὴ σοφία Του. Κι ὁ Θεὸς τοῦ τὴν ἔδωσε πλουσιοπάροχα. Ὅλ’ αὐτὰ τὰ σοφὰ πράγματα ποὺ γράφει δὲν εἶναι δικά του. Ἐμπνέονται ἀπὸ τὸ αὐτὸ πνεῦμα μὲ τὰ λόγια τῶν κανόνων, ποὺ ἔγραψαν οἱ ὑμνογράφοι. Γι’ αὐτὸ κι ἐγὼ πολὺ τ’ ἀγαπάω. Αὐτὰ νὰ διαβάζετε, σ’ αὐτὰ νὰ ἐντρυφᾶτε. Ἔτσι θ’ ἀποκτήσετε τὸν θεῖο ἔρωτα. Ἀκοῦστε κάτι ἀπ’ τὸν Τριαδικὸ Κανόνα:

«Τρεῖς ὑποστάσεις ὑμνοῦμεν θεαρχικάς, ἑνιαίας φύσεως, ἀπαράλλακτον μορφή, ἀγαθὸν φιλάνθρωπον Θεόν, τῶν πταισμάτων ἱλασμὸν ἡμῖν δωρούμενον».

Πές μου, πῶς τὰ ξέρω; Ἔχω τρέλα, μέθη, θεία μέθη. Δὲν τὰ χορταίνω. Λέει καὶ στὴν Ἀκολουθία τῆς Θείας Μεταλήψεως: «Καὶ οὕτω τοῦ τῇδε βίου ἀπάρας ἐπ’ ἐλπίδι ζωῆς αἰωνίου, εἰς τὴν ἀΐδιον καταντήσω ἀνάπαυσιν, ἔνθα ὁ τῶν ἑορταζόντων ἦχος ὁ ἀκατάπαυστος καὶ ἡ ἀπέραντος ἡδονὴ τῶν καθορώντων τοῦ Σοῦ προσώπου τὸ κάλλος τὸ ἄρρητον. Σὺ γὰρ εἶ τὸ ὄντως ἐφετὸν καὶ ἡ ἀνέκφραστος εὐφροσύνη τῶν ἀγαπώντων Σέ, Χριστὲ ὁ Θεὸς ἡμῶν καὶ Σὲ ὑμνεῖ πᾶσα ἡ Κτίσις εἰς τοὺς αἰῶνας».

Εἶναι μιὰ πανήγυρις καὶ τὸ κέντρο ὅλης τῆς χαρᾶς εἶναι τὸ πρόσωπο τοῦ Χριστοῦ. Τί εἶναι ἀκριβῶς, δὲν μποροῦμε στὸ βάθος νὰ τὸ καταλάβουμε, διότι ὁ Θεὸς εἶναι μυστήριο, εἶναι σιωπή, εἶναι ἄπειρος. Ὁ Θεὸς εἶναι πολὺ μυστικός, ἀλλὰ ὑπάρχει παντοῦ. Θεὸ ζοῦμε, Θεὸ ἀναπνέουμε, ἀλλὰ δὲν μποροῦμε νὰ αἰσθανθοῦμε τὸι μεγαλεῖο Του, τὴν πρόνοιά Του. Συχνὰ κρύβει τὶς ἐνέργειες τῆς Θείας Του πρόνοιας. Ὅταν, ὅμως, ἀποκτήσουμε τὴν ἁγία ταπείνωση, τότε τὰ βλέπουμε ὅλα κι ὅλα τὰ ζοῦμε. Ζοῦμε τὸν Θεὸ ὁλοφάνερα κι αἰσθανόμαστε τὰ μυστήριά Του. Τότε πιὰ ἀρχίζουμε νὰ Τὸν ἀγαπᾶμε. Κι αὐτὸ εἶναι κάτι ποὺ τὸ ζητάει Ἐκεῖνος. Εἶναι τὸ πρῶτο ποὺ ζητάει γιὰ τὴ δική μας εὐτυχία, ὅπως λέει: «Ἀγαπήσεις Κύριον τὸν Θεόν σου ἐν ὅλῃ καρδίᾳ σου καὶ ἐν ὅλῃ τῇ ψυχῇ σου καὶ ἐν ὅλῃ τῇ διανοίᾳ σου. αὕτη ἐστὶ πρώτη καὶ μεγάλη ἐντολή» (Ματθ. 22, 37-38).

Μιὰ τέτοια ἀγάπη εἶχαν οἱ ἅγιοι. Τέτοια ἀγάπη εἶχε καὶ ὁ Ἅγιος, τοῦ ὁποίου φέρω τὸ ὄνομα, ὁ Ἅγιος Πορφύριος, Ἐπίσκοπος Γάζης. Τὸ πρῶτο τροπάριο τῆς ἕκτης ᾠδῆς στὸν κανόνα του λέει:

«Ἐφέσεως ἀληθοῦς ἐπέτυχες, ἐγκρατείᾳ ταπεινώσας τὰ πάθη καὶ πρὸν Θεὸν προσεχώρησας χαίρων, καὶ ὀρεκτῶν ἀκροτάτῳ παρίστασαι, Πορφύριε, ἱεραρχῶν καὶ ποιμένων κανὼν ἀκριβέστατος».

«Ἐφέσεως ἀληθοῦς ἐπέτυχες … καὶ πρὸς Θεὸν προσεχώρησας χαίρων: Ἀπὸ τὸ ἐπιθυμητὸ στὸ ἀνώτερο, ἀγάπησες τὸ ἄκρον ἐφετόν. Τὸ ἄκρον ἐφετὸν εἶναι ὁ Θεός, ὁ Πατέρας, ὁ Υἱός, τὸ Ἅγιον Πνεῦμα. Ἕνα εἶναι ὅλα τὰ πρόσωπα μεταξύ τους καὶ εἶναι ἕνα καὶ μὲ τὴν Ἐκκλησία.

Χριστέ μου, εἶσαι ἡ ἀγάπη μου!

Δὲν σκέφτομαι τὸν θάνατο. Ὅ,τι θέλει ὁ Κύριος. Ἐγὼ θέλω νὰ σκέφτομαι τὸν Χριστό. Ἀνοῖξτε καὶ σεῖς τὰ χέρια σας καὶ ριχτεῖτε στὴν ἀγκαλιὰ τοῦ Χριστοῦ. Τότε ζεῖ μέσα σας. Κι ὅλο νομίζετε ὅτι δὲν Τὸν ἀγαπᾶτε πολὺ καὶ θέλετε πιὸ πολὺ νὰ Τὸν πλησιάσετε καὶ νὰ εἶστε ἕνα μαζί Του. Περιφρονῆστε τὰ πάθη, μὴν ἀσχολεῖσθε μὲ τὸν διάβολο. Στραφεῖτε στὸν Χριστό. Γιὰ νὰ γίνει αὐτό, χρειάζεται νὰ ἔλθει ἡ χάρις. «Ἡ θεία χάρις ἡ πάντοτε τὰ ἀσθενῆ θεραπεύουσα καὶ τὰ ἐλλείποντα ἀναπληροῦσα» (Εὐχὴ ἐπὶ χειροτονίᾳ).

Βίος καὶ Λόγοι Γέροντος Πορφυρίου, σελ. 233-23