Ήταν γιος του Βεηρεί από τη Βελεμώθ της φυλής Ίσάχαρ και έζησε τον όγδοο αιώνα προ Χριστού, επί βασιλέων του Ιούδα, Όζίου, Ίωάθαμ, "Αχαζ, Έζεκία και του Ισραήλ Ίεροβοάμ Β'. Στήν Παλαιά Διαθήκη, είναι ό πρώτος από τους δώδεκα μικρούς λεγόμενους προφήτες. Ό Ώσηέ ήταν ψυχή γεμάτη από ζήλο για το θείο Νόμο, γι' αυτό και στο προφητικό του βιβλίο καταγγέλλει ευθέως το λαό του Ισραήλ, πού είχε μολυνθεί από την ειδωλολατρία. ΟΙ συμβολισμοί του θεωρούνται δυσεξήγητοι, αλλά σαφέστατα εκδηλώνει την πίστη του στο Σωτήρα Χριστό. Μάλιστα, ό 'ίδιος ό Κύριος μας χρησιμοποίησε μια σπουδαία φράση του Ώσηέ, προς τους Φαρισαίους (Ματθ. ΘΊ3), ή οποία λέει: "Έλεος θέλω και ου θυσίαν και έπίγνωσιν Θεού ή ολοκαυτώματα"1. Δηλαδή, λέει ό Θεός μέσω του Ώσηέ: "Προτιμώ την ειρηνική αγάπη σας προς εμένα και δχι τις τυπικές θυσίες, και θέλω να έχετε επίγνωση του θείου θελήματος περισσότερο, παρά τα χωρίς νόημα και ουσία ολοκαυτώματα πού προσφέρετε". Επίσης, φράσεις του Ώσηέ χρησιμοποίησαν και οι Απόστολοι Πέτρος και Παύλος στις επιστολές τους. Ό Ώσηέ λέγεται ότι έζησε 75 χρόνια, και μετά παρέδωσε στο Θεό τη δίκαια ψυχή του.
1. Ώσηέ, στ' 6.
Άπολυτίκιον. Ήχος γ'. Θείας πίστεως.
Θείον έσοπτρον, του Παρακλήτου, έχρημάτισας, σοφέ Προφήτα, τας σεπτάς έκφαντορίας δεχόμενος· όθεν εν κόσμω μελλόντων την πρόγνωσιν, ώσπερ φωτός λαμπηδόνας έξήστραψας. Ώσηέ ένδοξε, Χριστόν τον Θεόν ικέτευε, δωρήσασθαι ημιν το μέγα έλεος.