Παρασκευή 21 Δεκεμβρίου 2012


Ο ΓΕΡΟ-ΚΩΣΤΑΣ: ΟΙ «ΖΕΥΓΑΛΟΙ»...

.Οσίου Γρηγορίου, Αγίου Όρους

Αλλά και οι λαϊκοί που μένουνε εδώ στο Άγιον Όρος παίρνουνε μία χάρη, παρ’ ότι πολλές φορές βλέπουμε ότι δεν έχουμε και βίο σωστό και πολλές φορές ίσως μας σκανδαλίζουν. 

Μερικοί λένε: « Τι τους θέλουμε αυτούς τους κοσμικούς εδώ πέρα και δεν τους βγάζει έξω η Ιερά Κοινότης».

Σε παλαιότερη εποχή, απ’ ότι μας λέει ο παπα-Ακάκιος των Παχωμαίων που είναι μεγαλύτερος, αποφάσισε η Ιερά Κοινότης να τους μαζέψη όλους αυτούς – εμείς τους λέγαμε «ζεύγαλους» ή «καβιώτες» - και να τους βγάλη έξω, να τους κάνη εξορία από το Άγιον Όρος, διότι οι περισσότεροι από αυτούς μεθούσανε, πέφτανε στους δρόμους, ζούσαν άσωτη ζωή. Τότε υπήρχαν τα καράβια τα μεγάλα, όπως το «Γεώργιος Φ», που ερχότανε από Θεσσαλονίκη και πήγαινε Καβάλα, και κάθε δεκαπενθήμερο περνούσε από την Δάφνη.

Αυτή ήταν η συγκοινωνία του Αγίου Όρους. Όταν τους μαζέψανε εκεί στη Δάφνη, είπαν: «Μια που είναι τώρα μαζεμένοι όλοι –ίσως να ήταν καμμιά πενηνταριά άτομα – να τους βγάλουμε μία φωτογραφία, έτσι για ανάμνηση, για την ιστορία, να τους έχουμε».

Όταν βγάλαν την φωτογραφία και εμφανίσανε την πλάκα, είδανε επάνω απ’ όλους αυτούς τους «ζεύγαλους» την Παναγία μας να τους σκεπάζη. Παρουσιάστηκε η Παναγία στην πλάκα, οπότε αποφασίσαν οι πατέρες να μη τους διώξουν: «Αφού η Παναγία μας τους σκεπάζει, ποιοι είμαστε εμείς που θα τους διώξουμε;».

Γνωρίσαμε έναν απ’ αυτούς, που τον λέγαν γερο-Κώστα, ο οποίος έμενε στο Μπουραζέρι, πριν να πάνε ακόμα εκεί οι πατέρες, όταν ήταν λίγοι Ρώσσοι. Είχανε εξώσπιτα απ’ έξω και ζούσανε κάποιοι απ’ αυτούς τους «ζεύγαλους». Σ’ ένα καλυβάκι εκεί ζούσε και ο γερο-Κώστας.

Έναν βαρύ χειμώνα είχε πέσει πολύ χιόνι και ο γερο-Κώστας αρρώστησε από γρίππη.

Είχε πέσει 60-70 πόντους χιόνι και δεν μπορούσε κανείς να πάη να τον δη. Όταν έλιωσε το χιόνι, πήγαν οι άλλοι λαϊκοί, οι «ζεύγαλοι», εκεί να τον δούνε, και του λένε: «Γερο-Κώστα πως τα πέρασες με το χιόνι;

Ποιός σου έφερνε ψωμί εδώ πέρα; Είχες τρόφιμα να περάσης;». «Είχα αρρωστήσει, παιδιά, πολύ άσχημα και θα πέθαινα από γρίππη, αλλά μία μαυροφόρα κυρία ερχότανε, άναβε την σόμπα μου και μ’ έκανε και τσάϊ. Μου δινε και παξιμάδι και έτσι πέρασα αυτή την κρίση.

Αλλιώς θα πέθαινα, θα ήμουν πεθαμένος». Τον υπηρετούσε η Παναγία και αυτός το θεωρούσε τόσο φυσιολογικό…