- Ποιος είναι ο δυνατός;
Ρώτησε ξαφνικά το δέντρο.
- Αυτός που περπατά μέσα στη νύχτα μόνος του. Κι όμως, φοβάται τόσο το σκοτάδι.
Αυτός που περιμένει στην πλαγιά τους λύκους. Κι ας τρέμει σαν το λαγό ακούγοντας τα ουρλιαχτά τους.
Αυτός που
γλιστράει, που γονατίζει, που γεμίζει λάσπες. Που χώνεται στο θολό
ποτάμι ως το λαιμό. Και μια στιγμή, μέσα σ'αυτό το χαλασμό, απλώνει τα
παγωμένα χέρια του, κόβει κίτρινες μαργαρίτες και στολίζει τα μαλλιά
του.Αυτός είναι ο δυνατός.
Ένα κουκούλι
έπεσε κείνη την ώρα στο χώμα κι έσπασε. Μια πολύχρωμη πεταλούδα πήδηξε
από μέσα, ξεδίπλωσε τα φτερά της και πέταξε γύρω απ'τις μυρτιές. Ύστερα
κοντοστάθηκε, κοίταξε μια στιγμή στα μάτια το Θεό και ψιθύρισε:
- Γεια σου! Τι όμορφος που είναι ο κόσμος σου!
απόσπασμα απ'το βιβλίο της Αλκυόνης Παπαδάκη "Το χρώμα του φεγγαριού", εκδ.Καλέντης"