Δευτέρα 7 Μαΐου 2012

Πότε τά «ΚΑΛΑ ΕΡΓΑ» μας εἶναι ΑΛΗΘΙΝΑ ΚΑΛΑ;

Πολλοί κάνουν καλά ἔργα καί οἱ ἄνθρωποι τούς ὀνομάζουν εὐεργέτες καί τούς δοξάζουν. Ὅμως ἀληθινά καλά ἔργα εἶναι αὐτά, πού ἔχουν ἀρχή καί τέλος τους τόν Καλό Θεό. Ὅ,τι κάνουμε γιά νά εἶναι καλό πρέπει νά τό κάνουμε γιά τόν σωστό λόγο. Ὁ σωστός λόγος εἶναι πάντα ὁ Θεός Λόγος, ὁ Ὁποῖος μᾶς εἶπε ὅτι «ἐγώ εἶμαι τό Α καί τό Ω, ἡ ἀρχή καί τό τέλος»(Ἀποκ. 21, 6) τῶν πάντων. Κάθε ἔργο ἑπομένως γιά νά εἶναι καλό θά πρέπει νά ἔχει σάν αἰτία, σάν κίνητρο, ὄχι τήν κενοδοξία μας, ἤ τήν φιλαργυρία μας, ἤ τήν φιληδονία μας, ἀλλά ΤΟΝ ΧΡΙΣΤΟ ΜΑΣ (ΤΟ «Α»),τό νά ἀρέσουμε στόν Καλό Δημιουργό καί Προνοητή Μας. Γιαυτό τόν «λόγο» θά πρέπει νά ξεκινᾶμε κάθε ἔργο μας. Ἐπίσης γιαυτό τό «λόγο» θά πρέπει νά τό ἐργαζόμαστε καί νά τό φθάνουμε στό τέλος του. Τό τέλος τοῦ ἔργου θά πρέπει πάλι νά εἶναι ὁ Θεός Λόγος, δηλ. Ο ΧΡΙΣΤΟΣ ΜΑΣ (ΤΟ «Ω»).
Θά πρέπει δηλ. νά Τοῦ τό ἀφιερώσουμε, νά Τόν δοξάσουμε διά μέσου αὐτοῦ καί νά μήν φουσκώσουμε ἀπό κενοδοξία καί αὐταρέσκεια. Θά πρέπει νά Τόν εὐχαριστήσουμε, πού καταδέχτηκε νά ἐργαστεῖ τό ἔργο μέσα ἀπό ἐμᾶς, διά τῆς Θείας Του Χάρης. Γιαυτό ἔλεγε ὁ Ἀπόστολος ἀποτιμώντας τό ἔργο του ὅτι «δέν ἐκοπίασα ἐγώ, ἀλλά ἡ Χάρις τοῦ Θεοῦ πού ἦταν μαζί μου»(Α΄ Κορ. 15. 10).
Ἐφαρμογή:
Α)-Γιατί κάνουμε τά διάφορα ἔργα μας; Γιά παράδειγμα:
-Γιατί σπουδάζουμε καί συσσωρεύουμε χαρτιά καί πτυχία;
Ἐάν ὁ λόγος γιά ὅλα αὐτά δέν εἶναι ὁ Λόγος (δηλ. ὁ Χριστός Μας), τότε μάταια κοπιάσαμε. Μάταια βάζουμε τά παιδιά μας νά παιδεύωνται ὅταν τούς λέμε «σπούδασε γιά νά ἔχεις, γιά νά ζήσεις, γιά νά εἶσαι κάτι στήν κοινωνία». Ὅλα αὐτά εἶναι λάθος λόγοι, διότι δέν εἶναι ὁ Θεός Λόγος. Ὅ,τι κάνουμε πρέπει νά ἀρχίζει γιά τόν Χριστό καί ὅταν τό ὁλοκληρώνουμε, μέ τή Χάρη τοῦ Θεοῦ, πάλι στόν Χριστό νά τό προσφέρουμε. «Εἴτε οὖν ἐσθίετε, εἴτε πίνητε, εἴτε τί ποιεῖτε πάντα εἰς δόξαν Θεοῦ ποιεῖτε»(Α΄ Κορ. 10. 31).
Β) -Γιατί ἔρχονται οἱ ἄνθρωποι εἰς γάμου κοινωνία καί τεκνοποιοῦν;
Ἐάν αἰτία δέν εἶναι ἡ δόξα τοῦ Θεοῦ, ἐάν δέν προσφέρουν τόν καρπό τοῦ γάμου τους, δηλ. τά παιδιά τους στόν Θεό, τότε μάταια κάνουν ὅ,τι κάνουν. Γιαυτό καί λυποῦνται ὑπερβολικά ὅταν ὁ Θεός κάποτε, φαινομενικά πρόωρα, παίρνει τό παιδί, πού Τοῦ ἀνήκει, κοντά Του. Δέν Τοῦ τό ἔχουν προσφέρει εὐχαριστώντας Τον, ἀλλά τό θεωροῦν ἰδιοκτησία τους.
Ἄς εἶναι ἡ αἰτία γιά τήν ὁποία κάνουμε τό κάθε τί ὁ Χριστός. Ἄς εἶναι καί τό τέλος κάθε ἔργου μας ὁ Χριστός. Ἄς τοῦ ἀντιπροσφέρουμε ὅλα ὅσα Ἐκεῖνος μέ τήν ἄπειρη ἀγάπη Του μᾶς χαρίζει. «Τά Σά ἐκ τῶν Σῶν Σοί προσφέρομεν κατά πάντα καί διά πάντα». Ἀμήν!