ΟΙ ΜΥΡΟΦΟΡΕΣ.(Η Θεοτόκος πρώτη μάρτυρας της Αναστάσεως)
Δεύτε από θέας,γυναίκες ευαγγελιστριαι,καί τη Σιών είπατε:δέχου παρ' ημώνχαράς ευαγγέλιατης Αναστάσεως Χριστού,Τέρπου, χόρευε καίάγάλλου, Ιερουσαλήμ,τον βασιλέα Χριστόν θεασαμένη εκ του μνήματος ως νυμφίον προερχόμενον. Σαν νικητήριος παιάνας αντηχούν στις εκκλησιές κατά τον όρθρο του Πάσχα τα λόγια τούτα καί ρίγη συγκινήσεως διαπερνούν τις καρδιές μας. Ό Ιερός υμνογράφος δανείζεται την έκφραση του Ευαγγελιστή- Προφήτη Ησαΐα (κγ' 11) «Γυναίκες έρχόμεναι, από θέας δεύτε, ου γαρ λαός εστίν έχων σύνεσιν», για να μας αποδώσει ζωντανά τίς ανεπανάληπτες εκείνες στιγμές χαράς, όταν το μήνυμα της "Αναστάσεως φθάνει στην Ιερουσαλήμ από κάποιες ευλογημένες γυναίκες. Καί παράλληλα να μας παραπέμψει στην προφητεία τη σχετική μ'αυτό το γεγονός. Ποιες ήταν όμως αυτές οι γυναίκες, πού αξιώθηκαν να φέρουν πρώτες στον κόσμο το πιο υπέροχο άγγελμα πού ακούστηκε ποτέ; Είναι οι "Αγιες Μυροφόρες: Οι γυναίκες πού ακολουθούσαν τον Κύριο μαζί με την Μητέρα Του, έμειναν μαζί Της κατά την ώρα του θείου Πάθους, καί λίαν πρωΐ «τη μια των Σαββάτων», δηλαδή προς τα χαράματα της Κυριακής, πήγαιναν ν' αλείψουν με μύρα το σώμα του Κυρίου, σαν τελευταία πράξη τιμής καί αγάπης προς τον λατρεμένο Νεκρό. Μιας αγάπης γεμάτης ήρωίσμό, πού δεν φοβήθηκε ούτε το σκοτάδι, ούτε τους στρατιώτες, ούτε τη λύσσα των Φαρισαίων, ούτε την απέτρεψε ό τεράστιος λίθος, αν καί τον σκέφθηκε.
Τα γνώριζαν τα προβλήματα οι Αγιες Μυροφόρες. Ομως, κατέχοντας την κορωνίδα των αρετών, την αγάπη, ελκύουν τη θεία Χάρη, πού έρχεται αρωγός τους. "Από τα Ευαγγέλια έχουμε τα ονόματα μερικών από αυτές: Πρώτη Μυροφόρος, ή Κυρία Θεοτόκος. Πρόκειται για την άλλη Μαρία, ή Μαρία του Ιακώβου ή Ίωση, παιδιών του Ιωσήφ του Μνήστορος, των οποίων αποκαλείται μητέρα. Ή Μαρία ή Μαγδαληνή, από την οποία, κατά τον Ευαγγελιστή Μάρκο, ό Κύριος έξέβαλε επτά δαιμόνια καί στην οποία εμφανίσθηκε ξεχωριστά την ίδια την ήμερα της Αναστάσεως. Ή Σαλώμη ήταν κόρη του Ιωσήφ του Μνήστορος. Ή "Ιωάννα, ή γυνή του Χουζά, πού ήταν επίτροπος της οικίας του βασιλέως Ήρώδου. Μάρθα καί Μαρία, οι αδελφές του Λαζάρου Μαρία ή του Κλωπά, καί Σωσάννα.Ή μνήμη κάθε μιας από τις άγιες Μυροφόρες τιμάται χωριστά, όμως επειδή πρώτες αυτές εΐδαν τον Κύριο εκ νεκρών άναστάντα καί κατά πολύ συνέβαλαν στην άψευόη διακήρυξη της Αναστάσεως, οι άγιοι Πατέρες έταξαν να τιμάται ή μνήμη όλων μαζί την Κυριακή μετά του Θωμά.
Ομως πώς ακριβώς έγιναν τα πράγματα; Πώς πληροφορήθηκαν οί άγιες εκείνες γυναίκες την Ανάσταση καί πείσθηκαν ότι πράγματι ό Χριστός αναστήθηκε; Καί τα τέσσερα ευαγγέλια (Μτ.28, 1-8/Μκ. 16, 1-8/Λκ.24,1-12/ Ίω 20,1-10) συμφωνούν στα κύρια σημεία: Βλέπουν τον κενό τάφο καί τα εντάφια σπάργανα, τον απαστράπτοντα άγγελο πού τους αναγγέλλει την Ανάσταση («ανέστη ουκ εστίν ώδε») καί τέλος αξιώνονται να δουν τον ίδιο τον Κύριο.Όμως στη Γραφή υπάρχουν πάντοτε σημεία συνεσκιασμένα, πού ή κατανόηση τους χρειάζεται θείο φωτισμό. Φωτισμό πού μόνο οί αγίες ψυχές απέκτησαν μετά από σκληρούς πνευματικούς αγώνες. Ενα τέτοιο σημείο υπάρχει καί εδώ, σύμφωνα με τον άγιο Γρηγόριο τον Παλαμά, ό οποίος, καθοδηγημένος από το "Αγιο Πνεύμα, ρίχνει φως στίς διηγήσεις των Ευαγγελίων καί βάζοντας τα γεγονότα στη σειρά μας δίνει το χρονικό της ημέρας, στην ομιλία του αριθμ. 18 (-Στήν Κυριακή των Μυροφόρων). Ό άγιος, ό οποίος διαπιστώνει ότι καί τα τέσσερα Ευαγγέλια κατ' αρχήν συμφωνούν στη διήγηση των γεγονότων, μας αποκαλύπτει ότι το Ευαγγέλιο της Αναστάσεως του Κυρίου πρώτη από όλους τους ανθρώπους, όπως ήταν σωστό καί δίκαιο, δέχθηκε ή Θεοτόκος καί αυτή εΐδε αυτό το γεγονός.πριν από όλους τον Αναστάντα και άπήλαυσε τη θεία ομιλία Του, καί αυτή πρώτη καί μόνη άγγιξε τα άχραντα πόδια Του, έστω καί αν οι Ευαγγελιστές δέν τα λένε φανερά όλα αυτά μη θέλοντας να προσαγάγουν ως μάρτυρα τη μητέρα, για να μη δώσουν αφορμή υποψίας στους απίστους.Τοΰτο συνάγει κυρίως από τον Ευαγγελιστή Ματθαίο, ό όποιος μας δίνει περισσότερες λεπτομέρειες για τις πρώτες στιγμές μετά την ανάσταση καί την πληροφορία ότι πρώτη απ' όλες ήρθε στον τάφο του Κυρίου ή Θεοτόκος. Είναι ή άλλη Μαρία, πού ήρθε μαζί με τη Μαρία τη Μαγδαληνή για να δουν τον τάφο. Καί ακριβώς τη στιγμή πού έφθαναν, ιδού έγινε σεισμός μέγας. Διότι άγγελος Κυρίου, άφοϋ κατέβηκε από τον ουρανό, άποκύλησε το λίθο από τη θύρα του μνημείου καί καθόταν πάνω σ' αυτήν. Ήταν δέ ή μορφή του σαν αστραπή καί το ένδυμα του λευκό σαν το χιόνι, από τον φόβο δέ εμπρός του ταράχθηκαν οι φύλακες κι έγιναν σαν νεκροί. "Ολες λοιπόν οί άλλες γυναίκες ήλθαν μετά το σεισμό καί τη φυγή των φυλάκων καί βρήκαν τον τάφο ανοιγμένο καί την πέτρα άποκυλισμένη. Ή δε Παρθενομήτωρ έφθανε τη στιγμή πού γινόταν ό σεισμός, άποκυλίστηκε ή πέτρα καί ανοιγόταν ό τάφος. Γι' αυτήν λοιπόν πρώτη ανοίχθηκε ό ζωηφόρος εκείνος τάφος (διότι γι' αυτήν πρώτη καί δι' αυτής έχουν ανοιχθεί σε μας όλα, όσα εΐναι επάνω στον ουρανό καί κάτω στη γη) καί γι' αυτήν άστραφτε έτσι ό άγγελος, ό όποιος προφανώς ήταν ό Γαβριήλ, ώστε, αν καί ή ώρα ήταν ακόμα σκοτεινή, αυτή με το πλούσιο φως του αγγέλου όχι μόνο να δει τον τάφο κενό, αλλά καί τα εντάφια να είναι τακτοποιημένα. Εξήλθαν δε με φόβο καί χαρά μεγάλη. Τον φόβο είχε ή Μαρία ή Μαγδαληνή καί οί άλλες γυναίκες, διότι δεν κατενόησαν τα λόγια του αγγέλου ούτε μπόρεσαν να συλλάβουν τελείως το φως, ώστε να δουν καί να μάθουν ακριβώς, ενώ ή Θεοτόκος απέκτησε τη μεγάλη χαρά, διότι κατενόησε τα λόγια του αγγέλου καί παραδόθηκε ολόκληρη στο φως, τελείως καθαρά καί θείως χαριτωμένη. Όταν δε εξήλθαν από τον Ευαγγελισμό τοϋτο, ή μεν Μαρία ή Μαγδαληνή σαν να μην άκουσε καν τον άγγελο, άφού άλλωστε καί εκείνος δεν μίλησε γι'αυτήν, διαπιστώνει μόνο την κένωση του τάφου καί τρέχει προς τον Σίμωνα Πέτρο για να πει ότι πήραν τον Κύριο. Ή δε θεομήτωρ Παρθένος, συνοδευόμενη από άλλες γυναίκες, επανερχόταν πάλι εκεί άπ' οπού ήλθε. Στό δρόμο της επιστροφής είναι πού τις συναντά ό Ιησούς λέγοντας «χαίρετε». Αυτές λέγει ό Ευαγγελιστής προσήλθαν, έπιασαν τα πόδια Του καί Τον προσκύνησαν. Όπως δε όταν ή Θεοτόκος άκουσε το Ευαγγέλιο της Αναστάσεως μαζί με τη Μαρία τη Μαγδαληνή από τον άγγελο, μόνο αύτή κατάλαβε τη σημασία των λόγων, έτσι καί μαζί με τίς άλλες γυναίκες, όταν συνάντησε τον Υιό καί Θεό Της, πρώτη άπ' όλες τίς άλλες είδε καί αναγνώρισε τον Άναστάντα. Ό άγιος, συσχετίζοντας τα γεγονότα της Αναστάσεως με τα γεγονότα της Δημιουργίας, βρίσκει μία ωραία αναλογία, πού θα μποροΰσε να τεθεί ως κατακλείδα:Ή ανάσταση του Κυρίου είναι ανανέωση της ανθρώπινης φύσεως, είναι άναζώωση καί ανάπλαση καί επάνοδος προς την αθάνατη ζωή του πρώτου Αδάμ, πού καταβροχθίστηκε από το θάνατο λόγω της αμαρτίας. "Οπως λοιπόν εκείνον στην αρχή δεν τον είδε κανένας άνθρωπος να πλάττεται καί να παίρνει ζωή, μετά δέ τη λήψη της πνοής με θειο εμφύσημα πρώτη άπ' όλους τον είδε μία γυναίκα, διότι μετά άπ' αυτόν πρώτος άνθρωπος ήταν ή Εύα, έτσι καί τον δεύτερο "Αδάμ, δηλαδή τον Κύριο, όταν άνίστατο από τους νεκρούς κανένας άνθρωπος δεν Τον είδε, άφοΰ δεν παρευρισκόταν κανείς δικός Του καί οί στρατιώτες πού φύλαγαν το μνήμα είχαν γίνει σαν νεκροί από το φόβο- μετά την "Ανάσταση πρώτη άπ'όλους τον είδε μία γυναίκα, ή Κυρία Θεοτόκος. Ή Γυναίκα πού γέννησε τη Ζωή καί έγινε αιτία της σωτηρίας μας.